Τα υψηλά ποσοστά του ΚΙΕΦ στην περιοχή και τα προβλήματα που πηγάζουν από τη Συνθήκη της Λωζάννης
Οταν ασκούσαμε κριτική στη Συμφωνία των Πρεσπών, ζητούσαμε να μην υπάρχουν σ’ αυτήν «τρύπες», που θα λειτουργήσουν στο μέλλον σαν «κερκόπορτες» εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων, και φέρναμε ως παράδειγμα προς αποφυγή τη Συνθήκη της Λωζάννης για τους εξής λόγους:
Ο ένας είναι γιατί με τη συνθήκη αυτή δεχτήκαμε να εξαιρεθούν της ανταλλαγής των πληθυσμών οι μουσουλμάνοι της Θράκης, για να παραμείνουν οι Ελληνες στην Κωνσταντινούπολη και να αποτελέσουν ποίμνιο, αλλά και ασπίδα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το λάθος δεν ήταν ότι ζητήσαμε να έχει το Πατριαρχείο ποίμνιο, αλλά η επιλογή της γεωγραφικής περιοχής και της φυσιογνωμίας της μουσουλμανικής μειονότητας.
Με άλλα λόγια, δεχτήκαμε να εξαιρεθεί μουσουλμανικός πληθυσμός που κατοικεί σε ορεινές περιοχές, έχει ιδιαίτερους δεσμούς με τη γη και την περιοχή του, και είναι δύσκολο να την αποχωριστεί, έστω κι αν πιεστεί με κάποιον τρόπο, ενώ από την άλλη πλευρά οι Ελληνες της Πόλης ήταν ευάλωτοι σε πιέσεις και στην κρατική τρομοκρατία που έμελλε να ασκήσει εναντίον τους το τουρκικό κράτος τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες, γεγονός που θα έπρεπε και όφειλαν να γνωρίζουν οι διπλωμάτες και οι πολιτικοί οι οποίοι συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις στη Λωζάννη. Σημειώνεται ότι το ίδιο ευάλωτοι ήταν και οι Ελληνες της Ιμβρου και της Τενέδου.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, έπειτα από σχεδόν 100 χρόνια, η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης να αριθμεί περίπου 100.000 άτομα, Πομάκους, Τσιγγάνους και, κατά δήλωσή τους, τουρκογενείς, όσοι δηλαδή ήταν το 1923, που υπεγράφη η συνθήκη, ενώ η ελληνική μειονότητα της Πόλης, της Ιμβρου και της Τενέδου δεν ξεπερνά τα 3.000 άτομα – σε προχωρημένη ηλικία τα περισσότερα.
Ομως, υπάρχει και ένα άλλο, μεγαλύτερο λάθος, στο οποίο υπέπεσαν οι διαπραγματευτές και όσοι υπέγραψαν τη συνθήκη: Δεν έλαβαν υπ’ όψιν τους τον λεγόμενο «Εθνικό Ορκο» που έδωσαν οι βουλευτές της οθωμανικής Βουλής στην τελευταία της συνεδρίαση στην Κωνσταντινούπολη, πριν διαλυθεί και μεταφερθεί η νομοθετική εξουσία στην Αγκυρα. Πρόκειται για ένα κείμενο έξι άρθρων που εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία στις 28 Ιανουαρίου 1920 και αποτελούσε κείμενο στρατηγικής για τις εθνικές διεκδικήσεις της Τουρκίας απέναντι στις χώρες της Αντάντ οι οποίοι την είχαν σχεδόν υπό κατοχή – της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης.
Ο «Εθνικός Ορκος», εκτός από το κείμενο των έξι άρθρων, είχε και συνημμένο χάρτη με τα σύνορα της νέας Τουρκίας που θα έπρεπε να διεκδικήσει η επόμενη κυβέρνηση.
Το άρθρο 4 του «Εθνικού Ορκου» αναφέρει τα εξής: «Αποδεχόμαστε δημοψήφισμα για να καθοριστεί η νομική κατάσταση του Καρς, του Αρνταχάν, του Μπατούμ και της δυτικής Θράκης». Δηλαδή, οι διπλωμάτες και οι πολιτικοί μας δέχτηκαν να εξαιρεθούν της ανταλλαγής μουσουλμανικοί πληθυσμοί σε μια περιοχή για την οποία ο «Εθνικός Ορκος» προβλέπει δημοψήφισμα.
Παρότι τα χερσαία σύνορα Ελλάδας – Τουρκίας καθορίστηκαν με τη Συνθήκη της Λωζάννης και, άρα, και το νομικό καθεστώς της δυτικής Θράκης, οι διπλωμάτες κυρίως όφειλαν και οφείλουν να γνωρίζουν ότι το τουρκικό πολιτικό κατεστημένο, ειδικά τώρα, επί Ερντογάν, επιδιώκει την εκπλήρωση των όρων του «Εθνικού Ορκου», αλλά και την επέκταση της Τουρκίας στα όρια του συνημμένου χάρτη. Και, αν δει κανείς σήμερα την εισβολή και κατοχή του τουρκικού στρατού στο Β. Ιράκ και στη Β. Συρία, θα διαπιστώσει ότι γίνονται βήματα προς την πραγμάτωση του «Εθνικού Oρκου».
Πάμε τώρα στα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, όπου το Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας (ΚΙΕΦ – DEB) ήταν πρώτο τόσο στην Ξάνθη όσο και στη Ροδόπη. Οσον αφορά τους στόχους του κόμματος αυτού, αρκεί κανείς να δει τις δηλώσεις της προέδρου Τσιγδέμ Ασάφογλου: «Είναι τουρκικό κόμμα, αλλά είναι ένα επίσημο κόμμα του ελληνικού κράτους, απλά έχει ιδρυθεί από Τούρκους και αυτή τη στιγμή η πρόεδρος του κόμματος είναι μια Τουρκάλα».
Οσον αφορά το επίσημο τουρκικό κράτος, ο Τούρκος ΥΠΕΞ δήλωσε από τη Σ. Αραβία, όπου συμμετείχε σε συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των χωρών του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης στην Τζέντα, ότι «η μουσουλμανική μειονότητα στη δυτική Θράκη δεν επωφελείται των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των σχετικών συνθηκών, όπως καταγράφονται στα διμερή και πολυμερή έγγραφα».
Αυτή είναι η κατάσταση στη Θράκη. Η μουσουλμανική μειονότητα αφημένη στην τύχη της και στις ορέξεις του τουρκικού προξενείου και των εγκαθέτων του, και το ελληνικό κράτος παρακολουθεί ατάραχο τις εξελίξεις, επαναλαμβάνοντας τα λάθη του παρελθόντος.
Απλά να υπενθυμίσουμε ότι οι μουσουλμάνοι της Θράκης, όταν το ελληνικό κράτος τούς έδειξε έμπρακτα το ενδιαφέρον του και τους συμπεριφέρθηκε σωστά και ισότιμα με τους χριστιανούς, στάθηκαν στο πλευρό της Ελλάδας και απέδειξαν ότι είναι γενναίοι Ελληνες πατριώτες.
Και μπορούμε να τους ξανακερδίσουμε τους περισσότερους από αυτούς. Είναι στο χέρι μας, αρκεί να ξυπνήσει η καθεύδουσα Αθήνα.