
Ραγδαία επιδείνωση παρουσιάζει η υγεία του Μπρους Γουίλις, σύμφωνα με νέο δημοσίευμα του Express, που περιγράφει τη δραματική κατάσταση του 70χρονου σταρ.
Ο ηθοποιός, που αποσύρθηκε από την υποκριτική το 2022 μετά τη διάγνωση αφασίας, έχει πλέον εισέλθει σε προχωρημένο στάδιο μετωποκροταφικής άνοιας και φέρεται να μην μπορεί ούτε να μιλήσει, ούτε να περπατήσει. Παράλληλα, οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι δεν θυμάται τις κινηματογραφικές του επιτυχίες από τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, που τον ανέδειξαν σε έναν από τους πιο αγαπημένους ηθοποιούς δράσης παγκοσμίως.
Όπως αναφέρει το βρετανικό μέσο, ο Γουίλις είναι πλέον «σχεδόν μη λεκτικός» και αντιμετωπίζει σοβαρά κινητικά προβλήματα, χωρίς η οικογένειά του να έχει δώσει επίσημα επιπλέον λεπτομέρειες για την κατάστασή του.
Αν και τον περασμένο Απρίλιο τα μέλη της οικογένειάς του είχαν αναφέρει ότι η κατάστασή του παραμένει «σταθερή», η καθημερινότητά του μοιάζει πλέον πολύ περιορισμένη σύμφωνα με το δημοσίευμα, με την άνοια να έχει επηρεάσει κρίσιμα τμήματα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την προσωπικότητα, τη συμπεριφορά και τη γλώσσα.
Η κόρη του, Ταλούλα Γουίλις, είχε δημοσιεύσει πρόσφατα φωτογραφίες του πατέρα της στα κοινωνικά δίκτυα, στις οποίες ο Μπρους φαίνεται καταβεβλημένος. Παρότι οι εικόνες προκάλεσαν αντιδράσεις, εκείνη υπερασπίστηκε δημόσια την επιλογή της, λέγοντας πως πρόκειται για μια πράξη αγάπης και διατήρησης της μνήμης. Ωστόσο, οι εικόνες αυτές αποτελούν την κύρια πηγή πληροφόρησης για την τρέχουσα κατάστασή του, καθώς η οικογένεια έχει περιορίσει τις δημόσιες ανακοινώσεις.
Η πρώτη ανησυχητική ένδειξη ήρθε το 2022, όταν ο Γουίλις αποσύρθηκε από τον κινηματογράφο εξαιτίας της αφασίας, μιας νευρολογικής διαταραχής που επηρεάζει την ικανότητα επικοινωνίας. Ακολούθησε η διάγνωση της άνοιας, που έδωσε τραγική συνέχεια στο τέλος μιας λαμπρής καριέρας τεσσάρων δεκαετιών, με εμβληματικούς ρόλους όπως στη σειρά ταινιών Die Hard, το Pulp Fiction και το The Sixth Sense. Η σταδιακή απώλεια της ταυτότητάς του και των αναμνήσεών του από αυτά τα έργα καθιστά τη μάχη του ακόμη πιο οδυνηρή, τόσο για τον ίδιο, όσο και για τους δικούς του ανθρώπους.