Είναι λοιπόν κάποιες κρίσεις - φυσικές ή τεχνητές, αληθινές ή ψεύτικες, δεν έχει σημασία (άλλωστε και τις ψεύτικες, εφόσον εκδηλώνονται, πάει να πει ότι τις επιτρέπει ο Θεός) που γίνονται κρησάρες. Κόσκινα, που χωρίζουν την ήρα από το στάρι. Κρίσεις που γίνονται πεδία αποκαλυπτηρίων και χώροι εξετάσεων. Τέτοια είναι και η περίοδος που ζούμε εδώ και μερικές εβδομάδες, με όλο και μεγαλύτερη τραγικότητα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Τραγικότητα όχι τόσο επειδή εμφανίστηκε μία επικίνδυνη γρίπη που - πιθανότατα σε συνδυασμό και με άλλες πιο…μυστηριώδεις αιτίες - παίρνει από κοντά μας κάποιους ανθρώπους με ήδη δεδομένα προβλήματα υγείας (πολύ λυπηρό, αλλά δυστυχώς πολλά ακόμη είδη μεταδοτικών ασθενειών το κάνουν αυτό), όσο κυρίως επειδή η συγκεκριμένη γρίπη φυτεύτηκε (ή έστω έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης) και έκτοτε χρησιμοποιείται ως το κύριο όπλο ενός νεοταξικού πειράματος παγκόσμιου ελέγχου και επιβολής. Η εκπληκτική ευκολία με την οποία κυβερνήσεις πήραν τόσο ακραία μέτρα, τα οποία μάλιστα εντείνουν μέρα με τη μέρα, παραβιάζοντας όποια ελευθερία κι όποιο συνταγματικά κατοχυρωμένο ή ανθρωπιστικά αυτονόητο δικαίωμα μάς είχε απομείνει, συναγωνίζεται μόνο με τη δική μας δυστυχώς απίστευτη ευκολία να τα αποδεχτούμε.
Την ευκολία να κλειστούμε στα σπίτια, να συμμετάσχουμε στο αποτέλειωμα μιας οικονομίας ήδη ετοιμοθάνατης, να παραδοθούμε άνευ όρων στην υστερία του τρόμου και φυσικά πάνω απ’ όλα να αποδεχτούμε μοιρολατρικά και σχεδόν αδιαμαρτύρητα (πλην κάποιων εξαιρέσεων που απλώς επιβεβαιώνουν τον θλιβερό κανόνα) το κλείσιμο των εκκλησιών μας. Αυτό το γεγονός, η δια νόμου απαγόρευση της ορθόδοξης λατρείας στην κατ’ εξοχήν ορθόδοξη και αγιοτόκο γωνιά της γης, είναι το πιο βαρύ και το πιο ασύλληπτο. Και συνάμα βέβαια το πιο αποκαλυπτικό. Για όλους μας. Για τις προθέσεις μας, το μέγεθος της πίστης μας, το πόση μαχητικότητα μάς έχει απομείνει, το πόση Ορθοδοξία έχουμε μέσα μας (και πόση ορθοπραξία βγάζουμε προς τα έξω), το πόσο όλα αυτά που λέμε ότι πιστεύουμε, τα πιστεύουμε πραγματικά.
Και για τους μεν κυβερνώντες δεν νομίζω ότι υπήρχε εδώ και πολλά χρόνια η παραμικρή αμφιβολία. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας (χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση) αλλά και όλες οι ελεεινές πολιτικοοικονομικές ελιτ που βρίσκονται από πίσω, απέδειξαν για μια ακόμη φορά με εκκωφαντικό τρόπο τον ρόλο τους, ένα ρόλο γνήσια κι απροκάλυπτα πλέον αντίχριστο κι εκκλησιομαχικό. Αλλά και ρόλο αντεθνικό και μισελληνικό μαζί, όχι μόνο επειδή το να μάχεσαι την Ορθοδοξία, δηλώνει αυτόχρημα κι ανθελληνικό μένος, αλλά κι επειδή βλέπουμε και πιο συγκεκριμένα πράγματα τα οποία και η τωρινή κυβέρνηση πραγματοποιεί, όπως η ολοκλήρωση της προδοσίας της Μακεδονίας και κυρίως η νέα φάση του λαθροεποικισμού της χώρας με φύτεμα δεκάδων μικρών μουσουλμανικών πόλεων σε όλη την επικράτεια.
Και αυτά τα πράττει, παρά την επιδημική κρίση ή μάλλον εκμεταλλευόμενη την κρίση, για να περάσει αθλιότητες που θα έβρισκαν αντίδραση αλλιώς, όπως είχε δείξει και ο πρόσφατος ξεσηκωμός των νησιωτών. Αν όμως κυρίως κάπου συνετέλεσε η τρέχουσα αυτή ιστορία του κορωνοϊού, αυτό δεν ήταν τόσο τα αποκαλυπτήρια των αντίχριστων και υποταγμένων σε ξένα αφεντικά κυβερνώντων μας. Ήταν κυρίως τα αποκαλυπτήρια όλων ημών των υπολοίπων. Κλήρου και λαού.
Και ας ξεκινήσουμε από τον λαό. Ο λαός μας είναι σε αποστασία δεκαετιών από τον Θεό (χιλιοειπωμένο και χιλιοδιαπιστωμένο ασφαλώς το συμπέρασμα) και δυστυχώς το δείχνει αυτές τις μέρες για μια ακόμη φορά και μάλιστα με πολύ εκκωφαντικό τρόπο. Εκμαυλισμένοι και μαζικά λοβοτομημένοι, μετά από τόσα χρόνια επιδέξιων εγχειρήσεων με τα θανατερά νυστέρια του ευδαιμονισμού, της πλάνης και της απιστίας, μιθριδατικά πλέον εξοικειωμένοι με το δηλητήριο της κάθε διαστροφής που μας τη βαφτίσανε πρόοδο, βουτηγμένοι στα λύματα της σαρκολατρείας και στο αίμα των εκτρώσεων, δεν ήμασταν άραγε έτοιμοι πια να τα καταπιούμε όλα όσα γίνονται σήμερα;
Δεν είμασταν έτοιμοι να ξεβράσουμε καταπιεσμένο εκκλησιομαχικό μίσος, ζητώντας παραδειγματική τιμωρία των λίγων κληρικών που τόλμησαν να αψηφήσουν τον καθεστωτικό διωγμό (απίστευτης μανίας σχόλια ακούσαμε και διαβάσαμε πράγματι αυτές τις μέρες) ή καταδίδοντας οι ίδιοι (χωρίς μάλιστα καν κουκούλα και ίχνος ντροπής) κάποιους ιερείς και λαϊκούς που απλώς τόλμησαν να στέκονται έξω από κάποιο ναό; Δεν είμασταν έστω έτοιμοι να πούμε μέσα μας ότι καλώς έκλεισαν οι ναοί (για να μη…μολυνθούμε) ή έστω να το θεωρήσουμε ως αναγκαίο κακό, χρόνια και χρόνια νανουρισμένοι από αγαπούληδες πνευματικούς, σαν κι αυτούς που με πόνο έλεγε κάποτε ο Άγιος Παΐσιος ότι φασκιώνουν τα πνευματικά παιδιά τους με «δεν πειράζει» και «ο Θεός είναι μόνο αγάπη» και λοιπά καθησυχαστικά φληναφήματα; Σαν έτοιμοι από καιρό ήμασταν πράγματι. Και παρότι η εικόνα δεν αφορά τους πάντες (γιατί υπάρχουν ευτυχώς πολλοί στον τόπο μας που όλο και περισσότερο μεταστρέφονται και ζουν εν μετανοία και μαζί με τις πρεσβείες των Αγίων και τις προσευχές καλών πνευματικών μάς κρατούν ακόμη όρθιους, σαν τους δέκα των Σοδόμων), αυτό που ακόμη βγαίνει προς τα έξω - τουλάχιστον μέχρι αυτή τη στιγμή - δείχνει να είναι μία εικόνα αποκαρδιωτική.
Βαθιά αποκαρδιωτική όμως και η εικόνα μέσα στη διοικούσα Εκκλησία. Ίσως και αιφνιδιαστικά αποκαρδιωτική - και αυτό το λένε ακόμη και όσοι γνωρίζουν πώς έχει η κατάσταση μετά από τόσα χρόνια που το σαράκι της εκκοσμίκευσης και ο καρκίνος της παναίρεσης του Οικουμενισμού κατατρώγει τις σάρκες του κλήρου μας (και δυστυχώς όχι μόνο του ανώτερου). Αυτό το λένε ακόμη κι όσοι δεν έτρεφαν αυταπάτες και δεν είχαν πολύ μεγάλες προσδοκίες. Για να είμαστε άλλωστε και δίκαιοι, είναι παράλογο να αναμένει κανείς υψηλό ομολογιακό φρόνημα και πνευματικά ύψη από ανθρώπους που προέρχονται και αυτοί, όπως και εμείς, από την ίδια διεφθαρμένη κοινωνία. Και όταν συναντά κανείς τέτοιους ανθρώπους (που αναμφίβολα υπάρχουν), τότε μάλλον πρόκειται για θαυμαστό γεγονός και όχι «φυσιολογικό», βλέποντας ποια είναι η ευρύτερη πνευματική κατάσταση στον πατρίδα μας αλλά και τι έχει γραφεί για τους κληρικούς (και τους λαϊκούς) των εσχάτων χρόνων.
Από όλα αυτά όμως έως τις αποφάσεις και επιλογές της Ιεραρχίας που ζούμε αυτές τις μέρες, η απόσταση είναι χαώδης. Η τρομακτική ευκολία με την οποία η Ιεραρχία μας συγκατένευσε στο σφράγισμα των εκκλησιών και στην απαγόρευση της ορθόδοξης λατρείας στο λίκνο της Ορθοδοξίας (για πρώτη φορά δια νόμου από τον καιρό των Ρωμαίων αυτοκρατόρων!), η ευκολία με την οποία αποδέχτηκε τον απροκάλυπτο διωγμό της πίστης χωρίς να διεκδικήσει ούτε τα απειροελάχιστα από τα συνταγματικώς καθιερωμένα που δικαιούμασταν ως Ορθόδοξοι Έλληνες, χωρίς να απαιτήσει (και όχι απλώς να ζητήσει) τουλάχιστον ισότιμη μεταχείριση με τα ισχύοντα στα σούπερ μάρκετ και στα…pet shop, αυτή η ευκολία πραγματικά ξενίζει και προκαλεί βαθιά θλίψη.
Όπως θλίψη προκαλούν και οι δικαιολογίες που ακούστηκαν για να καλυφθεί όλη αυτή η πρωτοφανής στάση: και εννοώ όχι μόνο την απόπειρα κάποιων ιεραρχών να την καλύψουν με αστήρικτες βερμπαλιστικές ακρότητες και ψευδοθεολογικές αλχημείες, αλλά ακόμη και τα όσα λέγονται περί θείου θελήματος και πνευματικού επιτιμίου. Και τούτο γιατί ναι μεν είναι δεδομένα τα πνευματικά χάλια όλων μας, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, και φυσιολογική και η οργή του Θεού και αναμενόμενες κι οι δοκιμασίες που θα περάσουμε ως λαός για να συνέρθουμε από το σκοτάδι της αποστασίας μας. Δοκιμασίες ωστόσο σκληρές - «δια το πλήθος των αμαρτιών» - πέρασε κι άλλοτε αυτός ο τόπος, ποτέ όμως με κλειστές τις εκκλησιές (αντίθετα η εκκλησιά ήταν πάντα η κιβωτός μας μέσα στις δοκιμασίες).
Κακώς λοιπόν κάποιοι διαστρέφουν τα πράγματα και αποκαλούν θέλημα Θεού το να μη βιώσουμε φέτος τα Πάθη και την Ανάστασή Του, μπερδεύοντας (εσκεμμένα συνήθως) αυτό που Εκείνος θέλει με αυτό που απλώς επιτρέπει, και επικαλούμενοι το θέλημά Του για να σκεπάσουν τις δικές τους ευθύνες. Και οι ευθύνες τους είναι πραγματικά τεράστιες, γιατί είναι πνευματικοί ποιμένες και ουρανόθεν υπεύθυνοι ανθρώπινων ψυχών. Αυτό δεν παραγράφεται. Και όσο κι αν ιδιαίτερες απαιτήσεις, όπως προαναφέρθηκε, δεν υπήρχαν, αυτή η απόλυτη σιωπή και η ένοχη συναίνεση στον απηνή διωγμό που χτυπά την πεμπτουσία της πίστης μας, δεν έχει καμία δικαιολογία. Και με προσβολή του προσώπου του Χριστού ισοδυναμεί και με προδοσία του ρόλου και της πνευματικής αποστολής που Εκείνος τους ανέθεσε. Και ούτε και αυτό παραγράφεται.
Όπως όμως δεν θα παραγραφεί και η δική μας ευθύνη - για να επανέλθω και πάλι σε αυτό, καταλήγοντας. Η ευθύνη μας για το ποια στάση κρατήσαμε άπαντες τελικά σε αυτή τη δοκιμασία, για το πόσο δειλιάσαμε και συμβιβαστήκαμε, για το πόσο βάλαμε τον φόβο της όποιας ασθένειας (και της όποιας καθεστωτικης δίωξης) πάνω από την πίστη μας, αλλά βέβαια και για το πόσο εκμεταλλευτήκαμε τη σκληρή συγκυρία για να βγάλουμε μέσα από όλα αυτά κάτι καλό εν τέλει. Γιατί ακόμη και στις πιο ζοφερές καταστάσεις (ή μάλλον κυρίως σ’ αυτές) μπορείς να βρεις ψυχική ωφέλεια. Και για το ότι θα στερηθούμε το φετινό Πάσχα, μπορεί εμείς να μη φταίμε, φταίμε όμως για όλα τα υπόλοιπα. Και επειδή είναι καιρός όλα αυτά τα υπόλοιπα να τα αφήσουμε πίσω μας, για να βρούμε τη μετάνοια και τη ριζική μεταβολή της ζωής μας, ειδικά σ’ ένα μονοπάτι που θα έχει εφεξής πολύ πιο δύσκολες και σκληρές δοκιμασίες για μας και για την πατρίδα, ο πόνος αυτού του ανέορτου φετινού Απρίλη ας γίνει τουλάχιστον η θρυαλίδα και ο καταλύτης για πιο πολλά και πιο αυθεντικά δάκρυα.
Πνευματικές εξετάσεις δίνουμε όλοι μας λοιπόν αυτή τη στιγμή. Κλήρος και λαός, ποιμένες και ποιμαινόμενοι. Έκαστος κατά την ευθύνην αυτού και «έκαστος κατά την κληρονομίαν αυτού». Να μας δώσει φώτιση και δύναμη ο Χριστός ώστε, όταν εξέλθουμε από τη σκοτεινή στενωπό στην οποία αυτή τη στιγμή πορευόμαστε, να μην είμαστε μεταξύ όσων «εζυγίσθησαν, εμετρήθησαν και ευρέθησαν ελλιπείς».
Καλή Ανάσταση. Απ’ όλες τις απόψεις…