του Φώτιου Γιοβαννόπουλου
Θα ξεκινήσω εστιάζοντας αμέσως στην ουσία και καταλήγοντας έπειτα στα επακόλουθα της «βίας» που φαίνεται να είναι τα μόνα που απασχολούν τα ΜΜΕ.
Ήταν οι λόγοι του Γιάννη Μπουτάρη κόσμιοι και ανάλογοι της θέσης που κατέχει ως δήμαρχος Θεσσαλονίκης; Η απάντηση είναι εύκολη, όχι μόνο ήταν ανάρμοστοι προς το αξίωμά του, αλλά και ποινικά κολάσιμοι. (Άρθρο 201 – Ποινικός Κώδικας – Περιύβριση νεκρών, Nόμος 4258/2014 Άρνηση Γενοκτονίας, Άρθρο 57 του Αστικού Κώδικα Προσβολή προσωπικότητας αφού χαρακτήρισε ως όχλο, κατάπτυστους, όσους άσκησαν το δημοκρατικό τους δικαίωμα του «συνέρχεσθαι» και της διαδήλωσης, κι ένα σωρό άλλες παραβάσεις).
Ναι, πολλά ακούστηκαν μετά την επίθεση στο δήμαρχο της Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη, κατά την εκδήλωση του εορτασμού της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού.
Κάποιοι είδαν στημένο επεισόδιο, κάποιοι άλλοι αυθόρμητη έκφραση της λαϊκής αγανάκτησης, κάποιοι θεώρησαν πιο προκλητική την ίδια την παρουσία του Μπουτάρη σε συνδυασμό και με τις κατά καιρούς δηλώσεις του.
Ιδιαίτερης σημασίας ήταν και η άμεση συνδρομή του πολιτικού φάσματος και των παρατρεχάμενών τους που βγαίνοντας σε κανάλια και διαδίκτυο στάθηκαν στο πλάι του καταδικάζοντας τη βία εναντίον του.
Προσπάθησαν να περάσουν το μήνυμα ότι η βία είναι καταδικαστέα από όπου κι αν προέρχεται. Με τη συνδρομή και των ΜΜΕ(ξαπάτησης), ακόμα και με την παρουσία του ίδιου του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη μάθαμε ότι δεν είναι «Πολιτικώς Ορθόν» να εκφράζεται κάποιος με αυτόν τον τρόπο και οποιαδήποτε μορφή διαμαρτυρίας θα πρέπει να γίνεται μέσα στα πλαίσια της «Κοσμιότητας» και των «Ηπίων Τόνων»
Είναι όμως έτσι; Και τι είναι άραγε το «Πολιτικώς Ορθόν»; Ποιος το ορίζει και τι εναλλακτικές αντίδρασης έχει ο πολίτης σε μία πολιτεία όταν το Σύνταγμα και οι όποιες Αρχές και Αξίες έχουν στην πράξη καταντήσει «σκουπίδια»;
Με βάση το λεξικό της Οξφόρδης, ως «Πολιτική Ορθότητα» (political correctness ή political correctitude) αναφέρεται η αποφυγή εκφράσεων ή ενεργειών που πιστεύεται ότι αποκλείουν, περιθωριοποιούν ή προσβάλλουν ομάδες ανθρώπων που μειονεκτούν κοινωνικά ή γίνονται διακρίσεις εις βάρος τους.
Όποιος δε συμμορφώνεται χαρακτηρίζεται ως φανατικός, φασίστας, ρατσιστής, γραφικός – χωρίς βέβαια ποτέ να δικαιούται να εξετάσει κανένας «μη αρμόδιος» την πραγματική σημασία των λέξεων και κατά πόσο το νόημά τους ταιριάζει στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Με αυτόν τον τρόπο καταργείται η πολυφωνία και η ισηγορία, βασικές αρχές της δημοκρατίας. Ασκείται μια ιδιότυπη λεκτική τρομοκρατία, η φίμωση και απαξίωση κάθε άποψης διαφορετικής από αυτήν που επιθυμεί το σύστημα (έστω κι αν εκφράζεται άκομψα), για να κρατά έτσι σε καταστολή το λαό και να εμποδίζει τη δημιουργία αντίδρασης.
Αντέδρασε κανένας από αυτούς τους «ευαίσθητους» ΥΠΟΚΡΙΤΕΣ των ΜΜΕ(ξαπάτησης), των πολιτών, των πολιτικάντηδων ή ακόμα και η δικαιοσύνη; Είπε κανείς τίποτε όταν δήλωνε ότι οι Μητροπολίτες είναι για ξύλο; Όταν δήλωνε «Αν τον δω κρεμασμένο (τον Καμμένο), δεν θα κόψω το σχοινί»; Η απάντηση είναι όχι. Αντιθέτως, για τον Μπουτάρη βγήκαν όλοι τους να καταδικάσουν τη βία «Απ’ όπου κι αν προέρχεται» ως αδικαιολόγητη. Και πάλι αντιθέτως, όταν φοιτητές επιτέθηκαν στον πρύτανη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας της Θεσσαλονίκης ο Υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόγλου με ανακοίνωση που εξέδωσε απευθύνθηκε προσωπικά στον Πρύτανη του Πανεπιστημίου αναφέροντας: «Προτείνουμε ο κ. πρύτανης να διαβάσει ενώπιον των φοιτητών το εξής κείμενο: «Δεν θα χρησιμοποιήσω εμπρηστικές εκφράσεις στις συνεντεύξεις μου , μιας και η ελληνική γλώσσα διαθέτει γλωσσικό πλούτο ώστε να μπορώ να εκφράζομαι με ευπρέπεια.» (δεν είπε τίποτε για τους «φοιτητές» – δηλαδή δύο μέτρα και δύο σταθμά)
Είναι όμως έτσι; Είναι πάντοτε η βία αδικαιολόγητη και καταδικαστέα; Δεν υπάρχουν μορφές και καταστάσεις όπου η βία όχι μόνο δικαιολογείται αλλά και επιβάλλεται;
Ας ξεκινήσουμε με τη νόμιμη βία την οποία ασκεί η πολιτεία. Άλλη περίπτωση είναι η θεμιτή βία όταν κάποιος προσπαθήσει να σου πάρει το παιδί, να βιάσει τη γυναίκα σου, να σκοτώσει τον άντρα σου. Είναι η βίαιη αντίδραση σε όλες αυτές τις καταστάσεις καταδικαστέα; Αν κάθε μορφή βίας είναι αδικαιολόγητη, τότε γιατί δεν τις καταδικάζουν όλες μαζί; Και πως χαρακτηρίζουν τη βία που άσκησε ο Χριστός όταν έδιωξε με το μαστίγιο τους εμπόρους από το Ναό;
Βλέπουμε λοιπόν ότι κάποιες φορές η βία είναι αναγκαία. Ισχύει όμως αυτό και στην περίπτωση των ανθρώπων που επιτέθηκαν στον δήμαρχο; Τι τρόπους έχει ένας πολίτης να εμποδίσει το δήμαρχο (ή ένα πολιτικό πρόσωπο) να μην εκφράζεται ή να μην ενεργεί (κατ’ εξακολούθηση) ενάντια στο κοινό αίσθημα και στο κοινό συμφέρον; Μπορεί να τον παύσει; Μπορεί να τον ανακαλέσει; Μπορεί να τον καλέσει να λογοδοτήσει; Δυστυχώς δεν έχει κανένα νόμιμο μέσο στη διάθεσή του, εκτός από το να περιμένει μια ολόκληρη πενταετία για να επιλέξει κάποιον άλλον με την ψήφο του. Αλλά ακόμα και έτσι, νομιμοποιείται να αντιδράσει με τη βία σε κάποιον που προκαλεί με τα λόγια και με τα έργα και (παρόλες τις αποδοκιμασίες και εκκλήσεις) προσπαθεί να επιβάλλει την παρουσία του;
Η απάντηση δίνεται από το άρθρο 308 §3 ΠΚ, που ορίζει ότι «ο υπαίτιος της πράξης της §1 είναι δυνατό να απαλλαγεί από κάθε ποινή, αν παρασύρθηκε στην πράξη (της απλής ή όλως ελαφράς σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας) από δικαιολογημένη αγανάκτηση, εξαιτίας μιας αμέσως προηγούμενης πράξης που τέλεσε ο παθών εναντίον του ή ενώπιόν του και που ήταν ιδιαίτερα σκληρή και βάναυση». Δηλαδή ο δήμαρχος είναι κατ’ ουσία ο ηθικός αυτουργός.
Όμως τι έγινε τελικά; Αναγνωρίστηκαν ΑΜΕΣΩΣ κάποιοι και οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη. Γιατί όμως μόνο σ’ αυτήν την περίπτωση έδρασε άμεσα η αστυνομία κι όχι και σε άλλες που οι «βίαιοι» φαίνονται πεντακάθαρα στις φωτογραφίες; (υπάρχουν ακόμη και στο διαδίκτυο). Μήπως γιατί στόχος είναι η καταπολέμηση της αντίδρασης και όχι η απονομή δικαιοσύνης; Μήπως γιατί η «Πολιτική Ορθότητα» είναι συμπεριφορά ισχυρών ομάδων και ανθρώπων; Διότι η ισχύς τους, είτε είναι πραγματική, είτε φανταστική, τούς δίνει το δικαίωμα να αντιμετωπίζουν τους άλλους με ψεύτικη ή αυθεντική ανωτερότητα. Όσο για την πλέμπα, ας λέει και ας κάνει ό,τι θέλει;
Αυτό που πέτυχε ο Μπουτάρης με τις δηλώσεις του, και τα γρανάζια του Συστήματος με την άμεση συμμετοχή τους υπέρ του, ήταν να διώξει το φόβο και να σπάσει η σιωπή του κόσμου αναδεικνύοντας τη λεκτική τρομοκρατία (bullying) και την ανάγκη πραγματικής αντίδρασης/αντίστασης εναντίον μιας ανώτερης αρχής, που αδικεί και εξουσιάζει και που δεν εκπροσωπεί πλέον το λαό αλλά τα συμφέροντα των ξένων κατακτητών.
Άλλωστε το ίδιο μας λέει και ο μύθος του Αισώπου «Άνθρωπος καταθραύσας άγαλμα»
«Ένας φτωχός άνθρωπος, που είχε ένα ξύλινο ομοίωμα θεού, το ικέτευε για να του κάνει κάποιο καλό. Αν και το παρακαλούσε κάθε μέρα, η φτώχεια του μεγάλωνε περισσότερο, ώσπου κάποια ημέρα θύμωσε, σήκωσε το ξύλινο άγαλμα από το πόδι και το χτύπησε στον τοίχο. Και καθώς το κεφάλι του αγάλματος, έσπασε, χύθηκε από μέσα χρυσάφι, το οποίο μάζεψε ο άνθρωπος και είπε: “Είσαι στρεβλός, όπως εγώ βλέπω, και αγνώμων. Γιατί, όταν εγώ σε τιμούσα, δεν με βοήθησες καθόλου, ενώ όταν σε χτύπησα μου έφερες πολλά καλά”.
Ο μύθος αναφέρει ότι δεν ωφελείς καθόλου τον εαυτό σου όταν τιμάς έναν κακό άνθρωπο, αλλά θα ωφεληθείς περισσότερο μόνο όταν τον χτυπάς.»