
Σοβαρά ερωτήματα εγείρει η δημοσίευση άρθρου στο επίσημο περιοδικό του Υπουργείου Άμυνας της Αλβανίας, Gazeta “Ushtria”, με αφορμή τη συμπλήρωση 147 ετών από το Συνέδριο του Βερολίνου. Το άρθρο συνοδεύεται από χάρτη στον οποίο παρουσιάζονται εκτεταμένα ελληνικά εδάφη ως «ιστορικές αλβανικές περιοχές», με αναγραφή τοπωνυμίων και επιφανειών σε τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Συγκεκριμένα, ο χάρτης περιλαμβάνει την Κέρκυρα (Korfuz – 641 km²), την Ηγουμενίτσα (Gumenicë – 615 km²), την Πρέβεζα (Preveze – 1036 km²), την Άρτα (Artë – 1602 km²), τα Ιωάννινα (Janinë – 4990 km²) και τα Γρεβενά (Grevenë – 1536 km²), εντός της λεγόμενης «Εθνικής Αλβανίας».
Η χρήση του όρου «Εθνική Αλβανία» σε συνδυασμό με την απεικόνιση ελληνικών εδαφών παραπέμπει ευθέως στη θεωρία της «Μεγάλης Αλβανίας», η οποία υιοθετείται από εθνικιστικούς κύκλους εντός της χώρας.
Ιστορική ανακρίβεια και χρονική αναντιστοιχία
Το άρθρο χαρακτηρίζει το Συνέδριο του Βερολίνου ως «ιστορική αδικία» εις βάρος των Αλβανών, αφήνοντας να εννοηθεί ότι τα εδάφη που απεικονίζονται στον χάρτη «ανήκαν» στην Αλβανία και αφαιρέθηκαν. Ωστόσο, το αλβανικό κράτος δεν είχε ακόμη ιδρυθεί το 1878, ενώ οι περιοχές της Ηπείρου και των Γρεβενών βρίσκονταν υπό οθωμανική διοίκηση και κατοικούνταν κατά πλειοψηφία από ελληνικό πληθυσμό.
Το ερώτημα που τίθεται είναι με ποιο ιστορικό ή νομικό θεμέλιο μπορούν να χαρακτηριστούν ελληνικά εδάφη ως «αλβανικά» το 1878, όταν δεν υπήρχε Αλβανία ως κρατική ή διοικητική οντότητα.
Αλυτρωτική ρητορική με επίσημο χαρακτήρα
Η ιδιαίτερη βαρύτητα της υπόθεσης έγκειται στο γεγονός ότι ο χάρτης δεν προέρχεται από ιδιωτικό φορέα ή μεμονωμένο αρθρογράφο, αλλά δημοσιεύεται στο επίσημο περιοδικό του Υπουργείου Άμυνας της Αλβανίας. Σε μια περίοδο κατά την οποία η Αλβανία επιδιώκει την ευρωπαϊκή της ενσωμάτωση, τέτοιου είδους επίσημες δημοσιεύσεις δημιουργούν εύλογες υποψίες για την ύπαρξη εθνικιστικών στρατηγικών που προβάλλονται υπό το πρόσχημα της «ιστορικής αναγνώρισης».
Υπενθυμίζεται ότι στις 3 Νοεμβρίου 2024, κατά τη διάρκεια ομιλίας του στη Θεσσαλονίκη, ο Αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα δήλωσε ενώπιον Αλβανών μεταναστών ότι «η Βόρειος Ήπειρος είναι ένας όρος που έχει πεθάνει».
Η αντίφαση είναι εμφανής: ενώ ιστορικοί και πολιτιστικοί όροι ελληνικής ταυτότητας χαρακτηρίζονται ως «ξεπερασμένοι», την ίδια στιγμή κρατικοί χάρτες επαναφέρουν με αναθεωρητικό τρόπο αλυτρωτικά σχήματα όπως αυτό της «Μεγάλης Αλβανίας».
Η σύγκρουση των αφηγήσεων είναι προφανής: η απόρριψη ελληνικών ιστορικών όρων συνοδεύεται από την ταυτόχρονη διεκδίκηση ελληνικών εδαφών ως «αλβανικών», δημιουργώντας ένα πλαίσιο που ενισχύει την αμφισβήτηση της εδαφικής κυριαρχίας και της ιστορικής πραγματικότητας.
(πληροφορίες από του Θεοδωρή Γκούμα)