Η επάρκεια του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής κατά την επόμενη δεκαετία θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συμβολή των διασυνδέσεων, δηλαδή από εισαγωγές ρεύματος.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει η Μελέτη Επάρκειας Ισχύος για την περίοδο 2017-2027 που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα ο Διαχειριστής του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στην οποία λαμβάνονται υπόψη δεκάδες παράμετροι που επηρεάζουν την προσφορά και τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας (αποσύρσεις μονάδων λόγω παλαιότητας, ένταξη νέων, διασυνδέσεις νησιών, διαθεσιμότητα των υδροηλεκτρικών, εξέλιξη της κατανάλωσης, κ.α.).
Σύμφωνα με τη μελέτη, ως το 2027 θα αποσυρθούν επτά λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ (Αμύνταιο 1 και 2, Καρδιά 1,2,3 ,4 και Μεγαλόπολη 3) συνολικής ισχύος 1903 μεγαβάτ, δεδομένα που αφορούν μεταξύ άλλων και τη διαπραγμάτευση με τους εταίρους για το «χαρτοφυλάκιο» λιγνιτικής ισχύος που θα διατεθεί προς πώληση τους επόμενους μήνες.
Λαμβάνοντας υπόψη το «μεσαίο» σενάριο (αναφοράς) για την εξέλιξη της ζήτησης, που προβλέπει ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης την προσεχή δεκαετία θα είναι 0,9 %, ο ΑΔΜΗΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το σύστημα θα μπορεί να ανταπεξέλθει επαρκώς στις απαιτήσεις της ζήτησης εφόσον είναι εφικτές εισαγωγές στα επίπεδα των περασμένων ετών».
Τονίζεται ωστόσο ότι κατά τη διετία 2020-2021 «φαίνεται ότι ενδέχεται να υπάρχει αυξημένη πιθανότητα το σύστημα παραγωγής να μην μπορεί να ικανοποιήσει επαρκώς τις αιχμές φορτίου, εξαιτίας της ταυτόχρονης απόσυρσης των μονάδων των ΑΗΣ Καρδιάς και Αμυνταίου. Ιδίως υπό δυσμενείς συνθήκες ( ξηρό υδραυλικό έτος ) η αξιοπιστία του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανεπαρκής, παρά τη συμβολή των διασυνδέσεων».
Ορόσημα για την επάρκεια του συστήματος τα επόμενα χρόνια είναι η ένταξη της νέας λιγνιτικής μονάδας της ΔΕΗ (Πτολεμαΐδας V) που αντισταθμίζει την απόσυρση Καρδιάς και Αμυνταίου και στον αντίποδα, η διασύνδεση της Κρήτης (υπολογίζεται η τελική φάση από το 2025) και η απόσυρση της Μεγαλόπολης III την ίδια χρονιά.
(πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)