Την ανησυχία των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους εκφράζει ο Μάριο Ντράγκι, σε χθεσινή απάντησή του στην επιστολή που είχε αποστείλει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Στέλιος Κούλογλου, προς την ΕΚΤ, σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους και τους στόχους που έχουν τεθεί για πρωτογενές πλεόνασμα μεταξύ 3,5 και 4,5% του ΑΕΠ και ύστερα από τη λήξη του τρέχοντος μνημονίου το 2018.
Στην απάντησή του, στο θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων ο πρόεδρος της ΕΚΤ εκτιμά πως το ποσοστό του 3,5% το 2018 είναι εφικτό, αν η Ελλάδα εφαρμόσει έγκαιρα τα συμφωνηθέντα. Εμφανίζεται επιφυλακτικός για το εάν ο εν λόγω στόχος είναι δυνατό να διατηρηθεί στο ίδιο επίπεδο για μεγάλο διάστημα.
Ο Στέλιος Κούλογλου αναφέρει στην ερώτηση του:
«Η εμπιστευτική έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) που είδε το φως της δημοσιότητας είναι, ανάμεσα σε άλλα, πολύ κριτική όσον αφορά τους στόχους που έχουν τεθεί στην Ελλάδα για επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων μετά τη λήξη του τρέχοντος μνημονίου, το 2018. Χαρακτηριστικά τονίζει πως από ένα δείγμα 55 χωρών τα τελευταία 200 χρόνια, υπάρχουν μόνο 15 παραδείγματα που είχαν ύφεση πάνω από πέντε χρόνια και καμία από αυτές τις χώρες δεν διατήρησε πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 2% του ΑΕΠ. Συγκεκριμένα αναφέρει πως «είναι αμφίβολο κατά πόσο η Ελλάδα μπορεί να κάνει ιστορικό ρεκόρ καταφέρνοντας να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% - 4,5% του ΑΕΠ.
Σε άλλο σημείο, η έκθεση αναφέρει πως οι Ευρωπαίοι εταίροι χρειάζεται να συμφωνήσουν σε μεγαλύτερη ελάφρυνση του -μη βιώσιμου- ελληνικού χρέους.
Ερωτάται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα:
- Συμμερίζεται τη διαπίστωση του ΔΝΤ πως οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5%-4,5% και μάλιστα επί σειρά ετών είναι μη ρεαλιστικοί;
- Συμφωνεί με τη διαπίστωση ότι το ελληνικό χρέος είναι μη βιώσιμο;
Από την πλευρά του ο κ. Ντράγκι αναφέρει μεταξύ άλλων στην απάντηση του.
Πιστεύουμε ότι τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του τρίτου οικονομικού προγράμματος προσαρμογής για την Ελλάδα, αν εφαρμοστούν γρήγορα και διεξοδικά στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα του προγράμματος, θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να επιτύχει τον στόχο του προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ το 2018. Μεσοπρόθεσμα, αναγνωρίζουμε ότι η διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος σε αυτό το επίπεδο για παρατεταμένη χρονική περίοδο είναι μία φιλόδοξη απαίτηση.
Η χρονική περίοδος κατά την οποία η Ελλάδα μπορεί να διατηρήσει ρεαλιστικά αυτόν τον στόχο μετά τη λήξη του προγράμματος θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά. Όμως, αυτό μπορεί να γίνει μόνο μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος.
Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, έχουν εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους».