Η σύνθεση του εντερικού μικροβιώματος μπορεί να προβλέψει τον κίνδυνο σοβαρών λοιμώξεων, όπως η πνευμονία, ισχυρίζεται μελέτη που δημοσιεύθηκε στο The Lancet Microbe. Ερευνητές από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ (Amsterdam UMC) και το Πανεπιστήμιο του Τούρκου στη Φινλανδία, παρακολούθησαν πάνω από 10.000 ανθρώπους για 6 χρόνια. Περισσότεροι από 600 με λιγότερο υγιή εντερική μικροχλωρίδα ανέπτυξαν σοβαρή λοίμωξη, ενίοτε θανατηφόρο, σύμφωνα με το
Λιγότερα βακτήρια βουτυρικού οξέος
Η γρίπη των πτηνών: Πώς εξαπλώνεται - 9 ερωτήσεις και απαντήσεις από την Ελληνική Εταιρεία Λοιμώξεων
Τα 602 άτομα που νοσηλεύτηκαν λόγω λοίμωξης μικρότερους πληθυσμούς βακτηρίων που παράγουν βουτυρικό οξύ, λιπαρό οξύ βραχέος αλύσου που αποδεδειγμένα ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα στα ποντίκια. «Αλλά δεν γνωρίζαμε αν το λιγότερο υγιές εντερικό μικροβίωμα οφείλεται στην οξεία λοίμωξη και τη θεραπεία της ή αν είχαν ανέκαθεν λιγότερα βακτήρια βουτυρικού οξέος στη μικροχλωρίδα τους» ανέφερε ο υποψήφιος διδάκτωρ Bob Kullberg. «Η μελέτη έχει πια απάντηση σε αυτή την ερώτηση.»
Οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα κοπράνων περισσότερων των 10.000 ατόμων -6.000 από τη φινλανδική κοόρτη FINRISKI και πάνω από 4.000 Ολλανδούς συμμετέχοντες στη μελέτη κοόρτης HELIUS). Αναλύθηκαν 16 βακτήρια που παράγουν βουτυρικό οξύ κατά τη ζύμωση των φυτικών ινών. Οι 602 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν κατά τη διάρκεια της 6ετούς μελέτης είχαν σημαντικά μικρότερους πληθυσμούς από αυτά τα βακτήρια στο έντερο τους.
«Παρατηρήσαμε ότι σε ανθρώπους με 10% περισσότερα από αυτά τα βακτήρια στο έντερο τους, η πιθανότητα να πάθουν λοίμωξη μειώνεται κατά 15 έως 25%» δήλωσε ο Kullberg. Ο μειωμένος κίνδυνος λοίμωξης δεν αφορά μόνο λοιμώξεις του γαστρεντερικού αλλά και των πνευμόνων ή ουρολοιμώξεις. Για τις αναλύσεις συνεκτιμήθηκαν παράγοντες όπως η ηλικία, το ιστορικό λήψης αντιβιοτικών και οι υποκείμενες ασθένειες που επηρεάζουν τη σύνθεση του εντερικού μικροβιώματος και τον κίνδυνο λοίμωξης.
Ένα ζήτημα που παρέμεινε αναπάντητο αφορά τη σύσταση του μικροβιώματος και, συγκεκριμένα, γιατί ένα άτομο μπορεί να έχει μεγαλύτερο αριθμό βακτηρίων βουτυρικού οξέος από κάποιο άλλο. Άγνωστο παραμένει και κατά πόσο θα ήταν δυνατή η μεταφορά τέτοιων βακτηριακών πληθυσμών σε εντερικά περιβάλλονται που υπολείπονται σε αυτό το είδος. «Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να διαπιστώσουμε πώς μπορούμε να αυξήσουμε την ποσότητα του βουτυρικού οξέος με τη διατροφή ή τα προβιοτικά, για να προλάβουμε σοβαρές λοιμώξεις» δήλωσε ο έτερος ερευνητής και καθηγητής Joost Wiersinga.