
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ενημερωθεί ότι το ελληνικό δίκαιο προβλέπει λιγότερο ευνοϊκούς όρους απασχόλησης για τους εκπαιδευτικούς με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, που εργάζονται σε δημόσια σχολεία σε σύγκριση με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς, μεταξύ άλλων και όσον αφορά στην πρόσβαση σε αναρρωτική άδεια», αναφέρει, μεταξύ άλλων, σε απάντησή της σε ερώτηση που είχε καταθέσει η ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Έλενα Κουντουρά, για «παραβίαση της οδηγίας 1999/70/ΕΚ λόγω διακρίσεων σε βάρος αναπληρωτών εκπαιδευτικών στην Ελλάδα λόγω σοβαρής ασθένειας».
«Για τον λόγο αυτό, στις 25 Ιουλίου 2024, η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ελλάδα, επειδή δεν μετέφερε με ορθό τρόπο στο εθνικό της δίκαιο τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που προσαρτάται στην οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, η οποία απαγορεύει τις διακρίσεις εις βάρος των εργαζομένων ορισμένου χρόνου», σημειώνεται.
«Οι εξηγήσεις που δόθηκαν από τις ελληνικές αρχές δεν θεωρήθηκαν ικανοποιητικές και, ως εκ τούτου, στις 7 Μαΐου 2025 η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο της διαδικασίας επί παραβάσει και εξέδωσε αιτιολογημένη γνώμη προς την Ελλάδα, η οποία διαθέτει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσει και να λάβει τα απαραίτητα μέτρα», αναφέρει χαρακτηριστικά η αρμόδια εκτελεστική αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Ροξάνα Μινζάτου, υπογραμμίζοντας ότι «εάν η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή δεν λάβει ικανοποιητική απάντηση, μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την Ελλάδα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, η ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είχε υποβάλλει από τις 9 Απριλίου ερώτηση στην Κομισιόν «για την παραβίαση του ενωσιακού δικαίου, λόγω των διακρίσεων σε σχέση με τους μόνιμους υπαλλήλους, στα εργασιακά και άλλα δικαιώματα που αντιμετωπίζουν αναπληρωτές εκπαιδευτικοί που διαγιγνώσκονται με σοβαρές και δυσίατες ασθένειες».
Η ερώτηση κατατέθηκε «αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση εξοργιστικού περιστατικού στη χώρα μας, όπου καρκινοπαθής αναπληρώτρια εκπαιδευτικός αναγκάστηκε να επιλέξει εάν θα συνεχίσει τις θεραπείες της ή θα αναλάβει υπηρεσία στο σχολείο που είχε τοποθετηθεί».