Κλινικές μελέτες δείχνουν οτι η Ελλάδα χάνει κάθε χρόνο 250 εκατομμύρια ευρώ που θα μπορούσαν να ωφελήσουν 12.000 ασθενείς. Το παράδειγμα του Βελγίου που προσελκύει περίπου 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ κλινικών μελετών καλύπτει με αυτόν τον τρόπο σχεδόν το 50% των αναγκών των πολιτών του σε φάρμακα.
Ημέρα προβληματισμού και όχι εορτασμού αποτελεί στη χώρα μας η εφετινή Παγκόσμια Ημέρα Κλινικών Μελετών, καθώς η Ελλάδα παραμένει σταθερά στην τελευταία θέση σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε ό,τι αφορά τη διενέργεια κλινικών μελετών.
Τα στοιχεία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) με την ευκαιρία της σημερινής Παγκόσμιας Ημέρας Κλινικών Μελετών είναι απογοητευτικά για το μέλλον του συστήματος υγείας αλλά και της οικονομίας - που στις άλλες χώρες μετρούν μόνο «κέρδη» από τις κλινικές μελέτες: από τα 30 δισ ευρώ που επενδύονται κάθε χρόνο πανευρωπαϊκά στη φαρμακευτική έρευνα, στην Ελλάδα το ποσό της επένδυσης δεν ξεπερνά τα 80 εκατ. ευρώ. Ενώ ο χρόνος έγκρισης ή απόρριψης του αιτήματος για μια κλινική μελέτη είναι στις ευρωπαϊκές χώρες περίπου 15 με 30 μέρες, στην Ελλάδα η διαδικασία μπορεί να κρατήσει και 6 μήνες. Την στιγμή που τα νοσηλευτικά ιδρύματα άλλων χωρών στην Ευρώπη διαγκωνίζονται για την υλοποίηση μιας κλινικής έρευνας, τα ελληνικά νοσοκομεία βρίσκονται στην ακριβώς αντίθεση κατάσταση, καθώς μόλις το 37% των νοσοκομείων συμμετέχουν στη διαδικασία διεξαγωγής κλινικών μελετών.
Το παράδειγμα του Βελγίου
Το παράδειγμα του Βελγίου, χώρας με πληθυσμό αντίστοιχο με εκείνον της Ελλάδας, είναι χαρακτηριστικό για τις στρεβλώσεις του συγκεκριμένου πεδίου στη χώρα μας: το Βέλγιο προσελκύει περίπου 2,5 δισ. ευρώ κλινικών μελετών, καλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο σχεδόν το 50% των αναγκών των πολιτών του σε φάρμακα. Η Ελλάδα, παρά την οικονομική κρίση που έχει αφήσει έντονο το αποτύπωμά της και στη συρρικνωμένη φαρμακευτική περίθαλψη, κινείται στα κατώτατα επίπεδα καλύπτοντας μόνο το 4% των φαρμακευτικών αναγκών του πληθυσμού της μέσω των κλινικών μελετών.
Ενδεικτική είναι η τοποθέτηση του προέδρου του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), Πασχάλη Αποστολίδη, σε εκδήλωση με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Κλινικών Μελετών. «Η ημέρα αυτή θα μπορούσε να αποτελεί εκείνο το συμβολικό ορόσημο για την αξιοποίησή τους και στην χώρα μας, αλλά κάτι τέτοιο, δεν πρόκειται να συμβεί. Η σημερινή ημέρα, δυστυχώς για την πατρίδα μας, δεν είναι η αφετηρία ενός νέου ξεκινήματος. Δεν περιγράφει μια Ελλάδα που μπορεί. Είναι η οδυνηρή υπόμνηση μιας διαρκούς πορείας χαμένων ευκαιριών» είπε ο κ. Αποστολίδης, εκτιμώντας πως οι κλινικές μελέτες απειλούνται με…αφανισμό, μετά τα νέα μέτρα για το φάρμακο που ψηφίστηκαν την Πέμπτη και δημιουργούν κλίμα αποεπένδυσης στην Ελλάδα, καθώς και απειλή για τις θέσεις εργασίας και το δημόσιο σύστημα υγείας.
Κι όμως, κατά τους εκπροσώπους των φαρμακευτικών εταιριών, η χώρα θα μπορούσε να προσελκύσει κλινικές έρευνες και να τις τριπλασιάσει σε βάθος τριετίας, φτάνοντας σε επενδύσεις μέχρι και 250 εκατ. ευρώ το χρόνο, δρομολογώντας θεραπείες για χιλιάδες ασθενείς αλλά και για την «εξαντλημένη» οικονομία της. Εάν αναλογιστεί κάποιος ότι σήμερα με τον ισχνό αριθμό των 150 κλινικών μελετών ύψους 80 εκατ. ευρώ καλύπτονται 4.000 ασθενείς, αντιλαμβάνεται πού θα εκτοξεύονταν οι αριθμοί των ωφελούμενων ασθενών εάν προσελκύονταν κλινικές μελέτες ύψους 250 εκατ. ευρώ!
Ως μία μεγάλη ευκαιρία που παραμένει ανεκμετάλλευτη, χαρακτήρισε τις κλινικές μελέτες ο αντιπρόεδρος του ΣΦΕΕ, Σπύρος Φιλιώτης, στο πλαίσιο ειδικής εκδήλωσης με την ευκαιρία της σημερινής Παγκόσμιας Ημέρας Κλινικών Μελετών. «Τα οφέλη είναι πολλά, ιδίως για τους ασθενείς, που συμμετέχουν, οι οποίοι λαμβάνουν δωρεάν φάρμακα και έχουν άμεση κι εντατική ιατρική παρακολούθηση, ενώ ακόμη περισσότερα είναι τα οικονομικά οφέλη για το Ελληνικό Δημόσιο, (σήμερα από τα 80 εκατ. ευρώ λαμβάνει τα 12 εκατ. ευρώ), για τα συμμετέχοντα νοσοκομεία (λαμβάνουν 4 εκατ. ευρώ) και για τους φορείς οικονομικής διαχείρισης ΕΛΚΕΑ/ΕΛΚΕ» επισήμανε ο κ. Φιλιώτης.
Προσώρας τα οφέλη χάνονται μέσα στη «μαύρη τρύπα» της ελληνικής πραγματικότητας: αναχρονιστικό θεσμικό πλαίσιο, γραφειοκρατία, μη ύπαρξη μιας Ειδικής Γραμματείας Κλινικών Μελετών στο Υπουργείο Υγείας για την επιτάχυνση των σχετικών ζητημάτων, «παροπλισμένη» Εθνική Επιτροπή Δεοντολογίας του ΕΟΦ.
Το αποτέλεσμα περίγραψε – με μελανά χρώματα όπως είναι αναμενόμενο- ο επικεφαλής κλινικών μελετών της Pharmaserve-Lilly Γιάννης Χονδρέλης, σημειώνοντας ότι «οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις συνεπάγονται μεγάλες καθυστερήσεις στην έναρξη των κλινικών δοκιμών, μειωμένο συνολικό χρόνο ένταξης συμμετεχόντων ασθενών στην κλινική δοκιμή, απώλεια ανταγωνιστικότητας και αξιοπιστίας, κίνδυνο μη επιλογής της χώρας σε μελλοντικές Κλινικές μελέτες και συνεπώς, εμπόδια στην πρόσβαση των ασθενών».
Τα δέκα νοσοκομεία με τη μεγαλύτερη δραστηριότητα σε κλινικές μελέτες
Το νοσοκομείο «Άγιοι Ανάργυροι» αναφέρθηκε ως το υπ’ αριθμόν ένα παράδειγμα προς μίμηση για τα νοσηλευτικά ιδρύματα, καθώς μελέτη του ΣΦΕΕ το κατέταξε στην πρώτη θέση των 51 συνολικά ελληνικών δημόσιων και ιδιωτικών νοσοκομείων που διεκδικούν και υλοποιούν κλινικές μελέτες. Τα κριτήρια του ΣΦΕΕ για την αξιολόγηση των νοσοκομείων ήταν η υποδομή (ύπαρξη και λειτουργία των κατάλληλων υποδομών για τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών), η οργάνωση («φιλικό περιβάλλον» για τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών μέσω της ύπαρξης απαραίτητης οργάνωσης και σχετικών διαδικασιών) και η ταχύτητα υπογραφής σύμβασης (αξιολογήθηκε η ταχύτητα υπογραφής των συμβάσεων κλινικών δοκιμών από το Νοσοκομείο).
Τα νοσοκομεία που συμπληρώνουν τη «χρυσή» δεκάδα στο ΕΣΥ είναι τα εξής: «Άγιοι Ανάργυροι», Πανεπιστημιακό Λάρισας, «Σωτηρία», «Παπαγεωργίου», Πανεπιστημιακό Ηρακλείου, Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, «Γ. Γεννηματάς», Πανεπιστημιακό Ιωαννίνων, Πάτρας και «Αλεξάνδρα».
Οι Έλληνες «ψηφίζουν» κλινικές μελέτες
Στο πλαίσιο της ειδικής εκδήλωσης για την Παγκόσμια Ημέρα Κλινικών Μελετών, ο διευθύνων σύμβουλος της ΜRBHellasA.Ε, Δημήτρης Μαύρος, παρουσίασε τα αποτελέσματα έρευνας για τις αντιλήψεις των Ελλήνων για τις κλινικές μελέτες, τον βαθμό συμμετοχής τους σε αυτές και την πρόθεση συμμετοχής τους στο μέλλον.
Στο πλαίσιο της παρουσίασης σημειώθηκε ότι τόσο το γενικό κοινό, όσο και οι ασθενείς:
α) γνωρίζουν τι είναι κλινικές μελέτες – σε ποσοστό 87% στο γενικό κοινό και 100% στους ασθενείς
β) αντιλαμβάνονται ότι έχουν σημαντικά οφέλη για τους ασθενείς, την ελληνική οικονομία αλλά και τους επιστήμονες (σε ποσοστά έως και 83% για το γενικό κοινό, έως και 94% στους ασθενείς)
γ) όσο πιο ενημερωμένοι είναι, τόσο πιο θετικοί είναι να συμμετέχουν. Ταυτόχρονα, σημαντικός είναι και ο υψηλός βαθμός εμπιστοσύνης στις κλινικές μελάτες - 68% στο γενικό κοινό, 84% στους ασθενείς - που υποδηλώνει κατά τον ερευνητή τις προοπτικές ανάπτυξης των κλινικών μελετών στη χώρα μας.