Θὰ ἤθελα νὰ βάλω πλάι-πλάι δύο ρητὰ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ τὰ ὁποῖα διευρύνουν καὶ ρίχνουν φῶς τὸ ἕνα στὸ ἄλλο: στὴν ἐπιστολή του πρὸς Ἐφεσίους (5. 18) ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει: «μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία, ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν Πνεύματι, λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ὠδαῖς πνευματικαῖς». Τὴ μέρα πάλι τῆς Πεντηκοστῆς ὅταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε στοὺς Ἀποστόλους κι ἐκεῖνοι βγῆκαν ἀπὸ τὸ ὑπερῶο γεμᾶτοι δέος καὶ θαυμασμὸ γιὰ τὴν ἔμπνευση ἐκείνη, ἔμπνευση ἀληθινή, γεμᾶτοι μὲ τὸ ἴδιο τὸ πνεῦμα τῆς ζωῆς, τὸ πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας, τῆς ἀγάπης, τῆς χαρᾶς, οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς ἔβλεπαν καὶ τοὺς ἄκουγαν τοὺς πῆραν γιὰ μεθυσμένους ἐφ’ ὅσον τοὺς ἔβλεπαν σὲ μία τέτοια ἔξαρση μὲ κατάπληξη καὶ μὲ ἀμφιβολία εἶπαν: «γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί» (Πρ. 2.13). Ἂν συνδέσουμε τὰ δύο αὐτὰ ρητὰ ἔχουμε μπροστὰ μας ὁλόκληρο τὸ πρόβλημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Ὅταν ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει: «μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία» δὲν ἐννοεῖ ἁπλῶς ὅτι ὁ μεθυσμένος συμπεριφέρεται χωρὶς ντροπή· ἀναφέρεται σὲ κάτι πολὺ πιὸ οὐσιῶδες καὶ σημαντικό: τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἕνα εἶδος ἔμπνευσης, τὸ ἕνα εἶδος μέθης εἶναι δυνατὸ νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ ἄλλο. Καλούμαστε στὴ ζωὴ αὐτὴ νὰ εἴμαστε φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ χαρὰ τῆς αἰώνιας ζωῆς θὰ πρέπει νὰ ξεχειλίζει ἀπὸ μέσα μας καὶ νὰ προσφέρεται μὲ ἀγάπη, ἡ Θεϊκὴ ζωὴ θὰ πρέπει νὰ λάμπει μέσα μας καὶ νὰ μᾶς γεμίζει μὲ δημιουργικὴ ἔμπνευση παρ’ ὅλ’ αὐτὰ ὅμως πόσο συχνὰ δὲν ψάχνουμε ἄλλου γιὰ ἔμπνευση: στὸ ἐπίπεδο τῶν φυσικῶν ἐμπειριῶν, στὸ κρασὶ τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ δώσει σὲ κάποιον τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ὅλα πᾶνε καλά, ὅτι εἶναι δυνατός, ὅτι οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς εἶναι ἕνα τίποτα, ὅτι ἡ θλίψη ἔχει περάσει, ὅτι ἔχει μπεῖ σὲ ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο τὰ πάντα εἶναι στὸ χέρι του καὶ στὸν ὁποῖο εἶναι βασιλιὰς καὶ κύριος.
Πιὸ συχνὰ ὅμως μεθᾶμε μὲ ὁ,τιδήποτε ἀντικαθιστοῦμε τὸ Θεό, μὲ ὁ,τιδήποτε χρησιμοποιοῦμε σὰν ὑποστήριγμα τῶν ζωῶν μας ἐφ’ ὅσον πρέπει ἀπὸ κάπου νὰ παίρνουμε τὴ ζωή. Εἶναι ἀδύνατο νὰ ζεῖ κανεὶς χωρὶς τὴν ἔμπνευση, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ μεθύσουν μὲ ὁ,τιδήποτε ἔχουν στὴ διάθεσή τους προσπαθώντας νὰ γεμίσουν τὸ κενὸ ὅταν τοὺς λείπει ἡ ἀληθινὴ ἔμπνευση.
Στὴν προσευχὴ αὐτὸ συμβαίνει συχνὰ στὴν περίπτωση ποὺ τὸ πρόσωπο δὲν ἀναζητᾶ μὲ πόθο καὶ μὲ ἐλπίδα τὸν Κύριό του, ἀλλὰ κάποιο εἶδος ἱκανοποίησης, ἕνα γαλήνεμα τῆς καρδιᾶς ἤ ἕνα σπινθήρα ζωῆς· συμβαίνει ἔτσι συχνὰ ἐνῶ προσευχόμαστε νὰ παρερχόμαστε τὸ Θεὸ καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ χρησιμοποιοῦμε τὸ ὄνομά Του, τὴν παρουσία Του, τὸ πλησίασμα τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μᾶς δώσουν ἕνα στιγμιαῖο ἐνθουσιασμό, γιὰ νὰ μᾶς κάνουν νὰ αἰσθανθοῦμε ζωντανοὶ ἔστω καὶ γιὰ μιὰ στιγμή. Μὴν ἐπιτρέψετε στοὺς ἑαυτούς σας νὰ μεθύσουν μὲ ὁ,τιδήποτε, διότι αὐτὸ θὰ εἶναι ἕνα ἀντικατάστατο.
Ὑπάρχουν βέβαια καὶ διαφορετικὰ εἴδη μέθης. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος εἶναι μεθυσμένος μὲ τὴν αἰωνιότητα εἶναι δυνατὸ γιὰ μία στιγμὴ νὰ φανεῖ στοὺς ἄλλους μεθυσμένος μὲ κρασὶ αὐτὸ ὅμως εἶναι μόνο μιὰ ψευδαίσθηση καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς προειδοποιεῖ γι’ αὐτὸ τὸ πράγμα: μᾶς λέει νὰ εἴμαστε προσεκτικοί, νὰ ἔχουμε ἀπόλυτη αὐτοκυριαρχία, αὐτοκυριαρχία μέχρι τέλους γιατί τὸ νὰ μεθᾶς μὲ τὴ γῆ ἐνῶ ἀναζητᾶς τὸν οὐρανὸ εἶναι ἀσωτία καὶ προδοσία.
Anthony Bloom