του Πίτερ Μπόμοντ(*)
Oταν η Ρωσία ενεπλάκη στον πόλεμο της Συρίας παίρνοντας το μέρος του προέδρου Ασαντ, ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου υπέγραψε με τον πρόεδρο Πούτιν μια συμφωνία «αποκλιμάκωσης» που έδινε στο Ισραήλ το ελεύθερο να εμποδίζει τη μεταφορά όπλων από το Ιράν στη Χεζμπολάχ. Η συμφωνία αυτή ερμηνεύτηκε τότε ως απόδειξη των μεγάλων διπλωματικών ικανοτήτων του Νετανιάχου.
Η συνέχεια όμως έδειξε ότι η συμφωνία αυτή δεν είχε και πολύ στέρεα θεμέλια. Και η αντίδραση της Ρωσίας και του Ιράν στις ισραηλινές επιδρομές αυτής της εβδομάδας εναντίον συριακής αεροπορικής βάσης, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν επτά ιρανοί σύμβουλοι, αποκαλύπτει τα όρια της ανοχής της Μόσχας στην ισραηλινή πολιτική.
Στην πραγματικότητα, το Ισραήλ – και ιδιαίτερα ο Νετανιάχου – δεν έκανε σωστή ανάγνωση της εμπλοκής της Συρίας στη Μέση Ανατολή, που δημιούργησε το πλαίσιο για την επέκταση της επιρροής του Ιράν πιο δυτικά και ακόμη πιο κοντά στα σύνορα του Ισραήλ.
Το γεγονός αυτό έχει μεγάλη σημασία, καθώς προστίθεται στους απρόβλεπτους παράγοντες που συσσωρεύονται στη Μέση Ανατολή και κάνουν την κατάσταση να θυμίζει το 1950, όταν ο τότε αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ντιν Ατσεσον είχε δηλώσει πως η Κορέα βρισκόταν έξω από την αμυντική περίμετρο των Ηνωμένων Πολιτειών.
Στην πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε μέσα σε λίγες ημέρες να μετακινηθεί από τη δήλωσή του ότι η χώρα του ετοιμάζεται να αποσύρει τις δυνάμεις της από τη Συρία σε μια κατάσταση όπου οι στρατιωτικές επιδρομές φαίνονται πλέον πιθανές.
Στην πλευρά του Ισραήλ, ένας τραυματισμένος Νετανιάχου – που έκτισε όλη του την πολιτική σταδιοδρομία πάνω στην υπόσχεση ότι θα αποτελέσει ανάχωμα στο Ιράν – βρίσκεται τώρα αντιμέτωπος με τις συνέπειες της ρητορικής του και των πράξεών του.
Στην πλευρά της Ρωσίας, τέλος, οι υπολογισμοί του Πoύτιν είναι ασαφείς γιατί αυτή ακριβώς είναι η πρόθεσή του: να μην καταλαβαίνει κανείς ποιες είναι οι φιλοδοξίες του και οι κόκκινες γραμμές του.
Το αποτέλεσμα είναι ένα εκρηκτικό σκηνικό, όπου κανένα εμπλεκόμενο μέρος δεν μπορεί να είναι βέβαιο για τις προθέσεις των άλλων. Και αυτό παραπέμπει στο κλασικό «χομπσιανό» δίλημμα που περιγράφει ο Στίβεν Πίνκερ στο βιβλίο του για τη βία και τον πόλεμο με τίτλο «Οι καλύτεροι άγγελοι της φύσης μας». Πρόκειται για μια κατάσταση όπου οι πράξεις ενός κράτους με φαινομενικό στόχο την ενίσχυση της ασφαλείας του οδηγούν άλλα κράτη να δράσουν προληπτικά, με κίνδυνο μια ανεξέλεγκτη κλιμάκωση. Με την αύξηση της βίας να φαίνεται πιθανή, ανησυχητικό είναι επίσης ότι ο βασικός μηχανισμός για την αποτροπή μιας τέτοιας κλιμάκωσης – το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών – έχει αποδυναμωθεί από τη χρήση των βέτο που κάνουν οι πρόεδροι Τραμπ και Πούτιν.
Η ιστορία διδάσκει ότι οι πόλεμοι – από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι την Κορέα, τον Πόλεμο των Εξι Ημερών και τα Φόκλαντ – πυροδοτούνται συχνά από την αδυναμία να αποσταλούν τα σωστά μηνύματα και να γίνουν οι σωστές ερμηνείες.
Οποιος παρατηρήσει σήμερα τη Μέση Ανατολή συνειδητοποιεί ότι το δίδαγμα αυτό δεν ήταν ποτέ πιο αληθινό. Και ότι δεν υπήρχε ποτέ μεγαλύτερη έλλειψη ευφυών ηγετών.
(*) Ο Πίτερ Μπόμοντ είναι αρθρογράφος της Guardian και πρώην ανταποκριτής στην Ιερουσαλήμ