
Ο Τιμόθεος ήταν κληρικός και κλήθηκε από τον ηγεμόνα της Θηβαΐδος της Αιγύπτου να δώσει εξηγήσεις για τη δράση και τα βιβλία που μελετούσε. Τότε, βασανίστηκε υποδειγματικά, αφού ομολόγησε ότι τα ιερά βιβλία βοηθούν τον άνθρωπο, που τα μελετά με σεβασμό κι αγάπη, να προσκαλεί τη συμπαράσταση των Αγίων Αγγέλων.
Κατόπιν, νόμιζε ο ηγεμόνας ότι με κολακείες θα έπειθε τη Μαύρα να θυσιάσει στα είδωλα και να παρακινήσει και το σύζυγό της. Αντίθετα, με θάρρος ομολόγησε κι εκείνη πίστη στον Αναστημένο Ιησού. Μετά από πολύμορφες δοκιμασίες για δέκα μέρες, το ζεύγος Τιμόθεος και Μαύρα παρέδωσαν το πνεύμα τους, μένοντας στη συνείδηση της Εκκλησίας ως ήρωες της πίστεως, αλλά και της σταθερής συντροφικότητας των συζύγων, που είναι μαζί και στα ευχάριστα και τα δυσάρεστα, μέχρι θανάτου.
Σήμερα, πανηγυρίζουν μεταξύ άλλων ναών επονόματι των Αγίων στο Κοιλάνι Λεμεσού, στην κατεχόμενη Κάτω Δερύνεια και παρεκκλήσι στην Αγλαντζιά.
Ο Άγιος Πέτρος καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Έζησε στα μέσα του 9ου αιώνα μ.Χ. Οι γονείς του διακρίνονταν στον πλούτο, αλλά και στην ευσέβεια και τη φιλανθρωπία, οι οποίοι εξέθρεψαν τα πέντε παιδιά τους με παιδεία και νουθεσία Κυρίου.
Όταν χήρεψε η Επισκοπή Άργους, η οποία εξαρτιόταν διοικητικά από την Μητρόπολη Κορίνθου, Αργείοι και Ναυπλιείς απευθύνονται προς τον Επίσκοπο Παύλο ζητώντας επίμονα ως Επίσκοπο της περιοχής τους τον αδελφό του Πέτρο. Ο Άγιος κάμπτεται και αποδέχεται τη θέση του Επισκόπου.
Ως Ιεράρχης αναδεικνύεται τύπος των πιστών σε όλα αθορύβως. Δίδασκε αδιάλειπτα με τα λόγια και τα έργα. Όλοι φωτίζονται από το φως της αλήθειας και το παράδειγμά του. Τούτο μαρτυρούν οι διασωθέντες επτά λόγοι του. Κοιμήθηκε ειρηνικά περί το 925 μ.Χ.
Η ανάσταση του Κυρίου προσέφερε στον άνθρωπο την αθανασία και πλημμύρισε τα πάντα με φως, χαρά, ειρήνη και αγάπη.
Αληθώς Ανέστη ο Κύριος!
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου