Ο καθορισμός αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου είναι μια σύνθετη διαδικασία, με πολλές πολιτικές και νομικές παραμέτρους, ωστόσο υπάρχουν περιθώρια αισιοδοξίας, λέει ο Πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο, Θεοχάρης Λαλάκος, Κάνει λόγο για «μια απαραίτητη αλληλουχία ενεργειών» όσον αφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών της Ελλάδας με τις γειτονικές της χώρες, λέγοντας ότι μετά τη συμφωνία με τη Ρώμη, το επόμενο βήμα θα γίνει με την Αίγυπτο.
Σε συνέντευξή του στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Πρέσβης της Ελλάδας αναφέρεται στην επικείμενη μετάβαση του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκου Δένδια στο Κάιρο για τις σχετικές συνομιλίες, ενώ τονίζει ότι τυχόν συμφωνία των δύο χωρών θα συνιστά «σαφή και νόμιμη απάντηση» στο παράνομο τουρκολυβικό μνημόνιο. Ο καθορισμός αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου παγίως αποτελεί μέρος της ημερήσιας διάταξης των συζητήσεων των δύο χωρών μας, σημειώνει.
Λέει εξάλλου ότι τα εθνικά δικαιώματα δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, στέλνοντας το μήνυμα ότι η Αθήνα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει όλα τα σενάρια των τουρκικών προκλήσεων σε ελληνικές θαλάσσιες ζώνες. Κληθείς να απαντήσει κατά πόσο υπάρχει ο κίνδυνος θερμού επεισοδίου στην περιοχή, ο Πρέσβης Λαλάκος εκφράζει την ελπίδα ότι στην Άγκυρα θα πρυτανεύει η λογική, για χάρη της διατήρησης ομαλών σχέσεων με την Αθήνα.
Ερωτηθείς για το Κυπριακό, λέει ότι η προκλητική συμπεριφορά της άλλης πλευράς, τόσο στη θάλασσα, όσο και επί του εδάφους «δεν δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις» εκφράζει όμως την ελπίδα ότι στο μέλλον θα επικρατήσει η σύνεση και συμβιβαστικό πνεύμα.
Ο Πρέσβης της Ελλάδας, στην πρώτη του εκτενή συνέντευξη στο ΚΥΠΕ μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στην Κύπρο, τον περασμένο Φεβρουάριο, λέει εξάλλου ότι Ελλάδα και Κύπρος διαχειρίστηκαν πολύ καλά την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού, γεγονός που, όπως σημειώνει, θα ευνοήσει και την ταχύτερη ανάκαμψη της οικονομίας τους.
Με μακρά θητεία στη διπλωματική υπηρεσία, περιλαμβανομένων και δύο θητειών στην Πρεσβεία της Ελλάδας στην Άγκυρα, ο Πρέσβης Θεοχάρης Λαλάκος είναι γνώστης όλου του φάσματος των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του Κυπριακού. Η τοποθέτησή του στη Λευκωσία ακολουθεί τη θητεία του στην αμερικανική πρωτεύουσα, όπου διετέλεσε επικεφαλής της Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον από το 2016.
Αναφερόμενος στην πρόσφατη υπογραφή της συμφωνίας για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με την Ιταλία, ο Πρέσβης Λαλάκος σημειώνει ότι πρόκειται για την πρώτη συμφωνία στην ιστορία της Ελλάδας που εμπεριέχει και καθορισμό ΑΟΖ. Η συμφωνία αυτή είναι πολύ σημαντική διότι επιβεβαιώνει, αφ’ ενός, το δικαίωμα των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες και, αφ’ ετέρου, τη μέση γραμμή της συμφωνίας Ελλάδας - Ιταλίας του 1977 για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας των δύο χωρών, λέει.
«Πρέπει να υπογραμμίσω το γεγονός ότι αυτή η συμφωνία αποτελεί υπόδειγμα συνεννόησης και επίλυσης εκκρεμών διμερών διαφορών μεταξύ δύο χωρών, στο πλαίσιο πάντοτε του διεθνούς δικαίου και των σχέσεων καλής γειτονίας. Αποτελεί δε έμπρακτη απόδειξη της προσήλωσης της Ελλάδος στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές μας, σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του δικαίου της θάλασσας και, ειδικότερα, της UNCLOS» της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, λέει ο Πρέσβης της Ελλάδας.
Ερωτηθείς για το επόμενο «στοίχημα» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, αναφέρεται στην επικείμενη μετάβαση του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκου Δένδια, στο Κάιρο τις επόμενες ημέρες «ούτως ώστε μετά την Ιταλία να πιάσουμε το νήμα με την Αίγυπτο». Λέει ότι η περίπτωση της οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αίγυπτο είναι πιο σύνθετη, με πολλές πολιτικές και νομικές παραμέτρους, «ωστόσο το άριστο επίπεδο των διμερών μας σχέσεων αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας και, σαφώς, θα γίνει μια σοβαρή προσπάθεια». «Τυχόν συμφωνία με την Αίγυπτο θα συνιστά σαφή και νόμιμη απάντηση στο μνημόνιο Άγκυρας - Σάρατζ, το οποίο ούτως ή άλλως είναι νομικά ανυπόστατο και παράνομο» σημειώνει.
Σε ό,τι αφορά τον καθορισμό ΑΟΖ μεταξύ της Ελληνικής και της Κυπριακής Δημοκρατίας, λέει ότι πρόκειται για ένα ζήτημα που παγίως αποτελεί μέρος της ημερήσιας διάταξης των συζητήσεων των δύο χωρών. Αυτό, συνεχίζει, επιβεβαιώθηκε πρόσφατα σε ανώτατο επίπεδο και από την Αθήνα και από την Λευκωσία. «Όμως, στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και δη σε μια θαλάσσια περιοχή όπως η Ανατολική Μεσόγειος, υπάρχει μια απαραίτητη αλληλουχία ενεργειών. Πρόσφατα, επετεύχθη συμφωνία με την Ιταλία. Το επόμενο βήμα θα γίνει, όπως είπαμε, μάλλον με την Αίγυπτο» λέει.
Σε συνέχεια του τουρκολυβικού μνημονίου, που υπεγράφη τον περασμένο Νοέμβριο, η Άγκυρα προχωρά με τους σχεδιασμούς της για έρευνες, σε μια έκταση που εκτείνεται νότια της Ρόδου και μέχρι την Κρήτη, ενώ σχετικό αίτημα της Τουρκικής Κρατικής Εταιρείας Πετρελαίου (TPAO) δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην τουρκική εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ερωτηθείς ο Πρέσβης για την ετοιμότητα της Αθήνας να απαντήσει, σε περίπτωση που η Τουρκία κλιμακώσει τις προκλήσεις, λέει ότι το Σύνταγμα της Ελλάδος δεν αφήνει το παραμικρό περιθώριο στην Ελληνική Κυβέρνηση για εκχώρηση εθνικού δικαιώματος.
«Τα εθνικά δικαιώματα δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Αυτό είναι απολύτως σαφές και το αντιλαμβάνονται όλοι μας οι διεθνείς εταίροι. Από πλευράς της, η Τουρκία σφάλλει εάν θεωρεί ότι μέσω της άσκησης πίεσης η Ελλάδα θα υπαναχωρήσει και θα δεχθεί θέσεις που είναι εις βάρος των κυριαρχικών της συμφερόντων» υπογραμμίζει.
Ως προς το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου, απαντά ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη για όλα τα σενάρια, εκφράζει ωστόσο την ελπίδα ότι «στο τέλος θα πρυτανεύσει η λογική στην Άγκυρα και θα γίνει αντιληπτό ότι η διατήρηση ομαλών σχέσεων με την Ελλάδα είναι προς το συμφέρον της».
Σε ερώτηση για τον τρόπο με τον οποίο η Αθήνα μπορεί να συνδράμει τις προσπάθειες της Λευκωσίας για τερματισμό των τουρκικών γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ, ο Θεοχάρης Λαλάκος παραπέμπει στις ενέργειες που γίνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Η Ελλάδα, σε πλήρη συνεργασία και συντονισμό με την Κύπρο, έχει συμβάλει στη λήψη σημαντικών αποφάσεων στο πλαίσιο της ΕΕ που καταδικάζουν την τουρκική προκλητικότητα και παραβατικότητα στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, τόσο σε επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου όσο και του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, ενώ, όπως γνωρίζετε, έχει γίνει ένα πρώτο βήμα και στο θέμα των κυρώσεων της ΕΕ εις βάρος της Τουρκίας» λέει.
Παρόμοια συντονισμένη δράση έχει υπάρξει και σε πρωτεύουσες σημαντικών τρίτων χωρών, ενώ σε περιφερειακό επίπεδο, μέσω της συμμετοχής τους στα τριμερή σχήματα συνεργασίας, Ελλάδα και Κύπρος έχουν αυξήσει τα διπλωματικά τους ερείσματα, σημειώνει.
Ο Πρέσβης της Ελλάδας αναφέρεται και στην επίσκεψη του Πρωθυπουργού της Ελλάδος, Κυριάκου Μητσοτάκη, στο Ισραήλ, όπως και του Προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, που ακολουθεί λίγες ημέρες αργότερα, λέγοντας ότι «αποτελούν έμπρακτη απόδειξη της προστιθέμενης αξίας του τριμερούς σχήματος».
Σε αμφότερες τις επισκέψεις το ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας στην ανατολική Μεσόγειο – είτε πρόκειται για την πρόσφατη κίνηση της ΤΡΑΟ να καταθέσει αιτήσεις για αδειοδότηση με σκοπό την έρευνα για υδρογονάνθρακες, είτε για τις παράνομες γεωτρήσεις της Τουρκίας στις κυπριακές θάλασσες – αναμένεται να αποτελέσει ένα από τα βασικά ζητήματα των συζητήσεων, σημειώνει.
Ως προς το Κυπριακό και την ανάλυση της Αθήνας για την παρούσα περίοδο, τρία σχεδόν χρόνια μετά την κατάρρευση των συζητήσεων στο Κραν Μοντάνα, ο Πρέσβης Λαλάκος σημειώνει ότι η επίλυση του εθνικού προβλήματος αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. «Η Ελλάδα υποστηρίζει σταθερά τις προσπάθειες της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας για μια δίκαιη, ισορροπημένη και βιώσιμη λύση, επί τη βάσει του διεθνούς δικαίου, των αποφάσεων του ΟΗΕ και δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης» λέει. Στο πλαίσιο αυτό, συνεχίζει, η Αθήνα χαιρέτισε ως ένα θετικό βήμα τη συνάντηση του Βερολίνου της 25ης Νοεμβρίου 2019 και έκτοτε παραμένει έτοιμη και διαθέσιμη να συνδράμει τον ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, στις προσπάθειές του για επανέναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας.
«Όπως αντιλαμβάνεστε, όμως, η προκλητική συμπεριφορά της άλλης πλευράς τόσο εντός των θαλασσίων ζωνών της Κυπριακής Δημοκρατίας, όσο και κατά μήκος της Πράσινης Γραμμής, δεν δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Ελπίζουμε, λοιπόν, ότι στο προσεχές μέλλον θα επικρατήσει η σύνεση και το συμβιβαστικό πνεύμα τόσο στην Τουρκία όσο και εντός της τ/κ κοινότητας, προκειμένου να επιτευχθεί επιτέλους η επανένωση της Κύπρου ως ενός σύγχρονου, ευρωπαϊκού κράτους, χωρίς ξένες εγγυήσεις και στρατεύματα κατοχής, με πλήρη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του συνόλου των νομίμων κατοίκων του» σημειώνει, λέγοντας πως αυτή είναι η σταθερή επιδίωξη των Κυβερνήσεων Ελλάδος και Κύπρου, καθώς και συνολικά του απανταχού Ελληνισμού.
Παράλληλα, ο Πρέσβης της Ελλάδας σημειώνει την ετοιμότητα της Αθήνας να περιφρουρήσει την ακεραιότητά των συνόρων της, όπως έπραξε στον Έβρο από τον περασμένο Φεβρουάριο και εντεύθεν. «Όπως είδαν και οι πιο δύσπιστοι, η Τουρκία, παραβιάζοντας κάθε κανόνα καλής γειτονίας, προχώρησε σε ένα οργανωμένο σχέδιο αποσταθεροποίησης της Ελλάδας, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης, με όχημα τις μεταναστευτικές ροές στα χερσαία μας σύνορα. Έστειλε δεκάδες χιλιάδες κατατρεγμένους προς την Ελλάδα, ζητώντας ανταλλάγματα και παραβιάζοντας κατάφωρα την Κοινή Δήλωση με την ΕΕ» λέει.
Υπενθυμίζει τις δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, για το άνοιγμα των συνόρων, τις δωρεάν μετακινήσεις μεταναστών με λεωφορεία, τις δηλώσεις δουλεμπόρων για δήθεν ανοιχτά σύνορα, αλλά και τις μαρτυρίες όσων έφτασαν στον Έβρο. «Η Ελλάδα και η ΕΕ δεν αποδέχθηκαν αυτή την κατάσταση. Περιφρουρήσαμε την ακεραιότητα της χώρας μας, με γνώμονα και την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κινούμενοι εντός του πλαισίου του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου. Η Ελλάδα απέδειξε ότι μπορεί να υπερασπιστεί επιτυχώς τα δικαιώματα της με όπλο τη νομιμότητα και την αποφασιστικότητά της. Το ίδιο είναι έτοιμη να πράξει με την ίδια αυτοπεποίθηση και στο μέλλον, εφόσον χρειασθεί» σημειώνει.
Μετά από μήνες προσπαθειών, Ελλάδα και Κύπρος προσπαθούν να αφήσουν πίσω τους τις συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού και να επιστρέψουν στην ομαλότητα, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η δημόσια υγεία των πολιτών. «Πιστεύω ότι αναγνωρίζεται διεθνώς, ότι και οι δύο χώρες μας διαχειρίστηκαν πολύ καλά την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού, γεγονός που θα ευνοήσει και την ταχύτερη ανάκαμψη της οικονομίας τους» λέει ο Πρέσβης.
Αναφέρεται στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου η συλλογική προσπάθεια στηρίχθηκε στην άμεση λήψη μέτρων με βασικό γνώμονα την προστασία της δημόσιας υγείας, την ασφάλεια των πολιτών και τις εισηγήσεις των επιστημόνων. «Ήμασταν περίπου δύο εβδομάδες μπροστά από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες στη λήψη αποφάσεων, τις οποίες ήταν εμφανές ότι κάποια στιγμή θα έπρεπε να λάβουμε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σειρά θετικών δημοσιευμάτων για την Ελλάδα στον διεθνή Τύπο, τα οποία επιτρέπουν αισιοδοξία για τις δυνατότητες επανεκκίνησης της τουριστικής δραστηριότητας» λέει.
Όσον αφορά τις προοπτικές για τον τουρισμό, σημειώνει πως έχουν ήδη υιοθετηθεί ασφαλή υγειονομικά πρωτόκολλα για τους ταξιδιώτες, τα οποία είναι λειτουργικά για την τουριστική βιομηχανία. «Η διεθνής τουριστική κίνηση θα είναι πολύ μικρότερη αυτό το καλοκαίρι, αλλά επιδιώκουμε ένα μεγαλύτερο μερίδιο. Η Ελλάδα θα υποδεχθεί με μεγάλη χαρά Κύπριους ταξιδιώτες και φέτος, όπως κάθε προηγούμενη χρονιά, και θα τους φιλοξενήσει με αυτή την ιδιαίτερη θέρμη που δημιουργούν οι εθνικοί μας δεσμοί» αναφέρει.
Κληθείς να αναφερθεί στη διαχείριση του πρωτόγνωρου σκηνικού λόγω της πανδημίας, που συνέπεσε με την ανάληψη των καθηκόντων του στην Κύπρο, ο Πρέσβης λέει ότι η κύρια ασχολία του Προξενικού Γραφείο, σε συντονισμό με την Αθήνα, αφορούσε τον επαναπατρισμό Ελλαδιτών που βρίσκονταν στην Κύπρο και είχαν σοβαρούς λόγους να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, η Πρεσβεία συνέχισε να λειτουργεί κανονικά, αλλά με μειωμένο προσωπικό, εξαιτίας των γνωστών λόγων υγείας, λέει.
Αναφέρει επίσης πως η κρίση περιόρισε σημαντικά τις δυνατότητες συναντήσεων με ξένους και Κυπρίους συναδέλφους και μέλη της κυπριακής κοινωνίας, σημειώνει ωστόσο ότι «δεν είχε την παραμικρή επίπτωση στη συνεργασία και τον συντονισμό μας με τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι οποίες διατηρήθηκαν στο ίδιο εξαιρετικό επίπεδο». Καθώς η κρίση φαίνεται να υποχωρεί, ο Πρέσβης εκφράζει καταληκτικά την ελπίδα ότι θα έχει την ευκαιρία να γνωρίσει δια ζώσης περισσότερους Κυπρίους, βέβαιος ότι θα τον περιβάλουν με τα ίδια φιλικά και θερμά αισθήματα που του επιφύλαξαν από την πρώτη στιγμή της έλευσής του στο νησί.