Τα αποτελέσματα των ανασκαφικών ερευνών στην αρχαία πόλη της Κύθνου (Βρυόκαστρο) για το 2016, που πραγματοποιήθηκαν από τις 20 Ιουνίου έως τις 17 Ιουλίου, ανακοίνωσε η ανασκαφική ομάδα, επικεφαλής της οποίας είναι ο Καθηγητής Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν.
Οι έρευνες πραγματοποιήθηκαν από το τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με τη συνεργασία της Εφορείας Κυκλάδων. Ομάδα σπηλαιολόγων της ΣΠΕΛΕΟ εργάστηκε εθελοντικά στην έρευνα της δεξαμενής.
Οι έρευνες στηρίχτηκαν οικονομικά από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τη Γ.Γ. Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, τον Δήμο Κύθνου και κυρίως από τον χορηγό Αθανάσιο Μαρτίνο. Από πλευράς Εφορείας Αρχαιοτήτων υπεύθυνη ήταν η αρχαιολόγος Θεοδώρα Παπαγγελοπούλου.
Όπως πληροφορεί, με ανακοίνωσή της, η ανασκαφική ομάδα, οι έρευνες επικεντρώθηκαν στα δύο δημόσια κτήρια (ιερά) των κλασικών-ελληνιστικών χρόνων στο Μεσαίο Πλάτωμα της Άνω Πόλης. Μάλιστα, το ένα από αυτά ταυτίστηκε με το Ασκληπιείο, το οποίο και αναζητείτο.
Συγκεκριμένα, η λατρευτική χρήση του Κτηρίου 1 (που έχει διαστάσεις 17,40 Χ 11,50 μ.) τεκμηριώνεται τόσο από την παρουσία βωμού στα ανατολικά, όσο και από τα κινητά ευρήματα. «Μεταξύ άλλων πρόκειται για θραύσματα πήλινων ειδωλίων και μια μικρή μαρμάρινη κεφαλή Ασκληπιού, που βρέθηκε εντός του βόρειου προστώου.
Η έρευνα του εσωτερικού της παρακείμενης δεξαμενής, βάθους 7.50 μ., έφερε στο φως αρκετά θραυσμένα μικρά μαρμάρινα γλυπτά παιδικών μορφών ελληνιστικών-ρωμαϊκών χρόνων, καθώς και έναν ενεπίγραφο κιονίσκο ρωμαϊκών χρόνων (1ος – 2ος αι. π.Χ.), αφιέρωμα από κάποια Καλλιστώ προς τον Ασκληπιό. Η λατρεία του Ασκληπιού στην Κύθνο ήταν γνωστή ήδη από ένα αναθηματικό ανάγλυφο του β΄ μισού του 4ου αι. π.Χ. με προέλευση το νησί που φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και το οποίο απεικονίζει την υποδοχή του Ασκληπιού από τοπικό ήρωα», αναφέρει, μεταξύ άλλων, η ανακοίνωση.
Το Κτήριο 1 πρέπει να οικοδομήθηκε στους όψιμους κλασικούς χρόνους (4ος αι. π.Χ.), αλλά η κύρια φάση χρήσης του τοποθετείται στην ελληνιστική περίοδο. Αντίθετα, η χρήση του Κτηρίου 2 (διαστάσεων 20,20 Χ 8 μ.), παρά τα ποικίλα και ενδιαφέροντα ευρήματα, δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί.
Όπως ενημερώνουν οι αρχαιολόγοι, στο εσωτερικό του κτηρίου, όπου η έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, «συλλέχθηκε κεραμεική κυρίως των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων, εμπορικοί αμφορείς (αρκετοί με ενσφράγιστες λαβές), μολύβδινα αντικείμενα, πήλινα γυναικεία ειδώλια, χάλκινες βελόνες και ήλοι κ.ά.».