Τον Ιανουάριο του 1939, μια είδηση που κυκλοφορούσε εντόνως στην ευρύτερη περιοχή της Καλαμπάκας, ότι δηλαδή στο χωριό Κλεινοβός βρέθηκε σπουδαίος θησαυρός, από εκείνους που είχε κρύψει ο λήσταρχος Περιστέρης, έφερνε στην επικαιρότητα το όλον ζήτημα των περίφημων θησαυρών του Αλή Πασά, οι οποίοι φέρεται ότι είχαν θαφτεί σε μια από τις πλαγιές του Όρους Κόζιακα και σε διάφορα άλλα μέρη της περιφέρειας Καλαμπάκας.
Το τελευταίο εκείνο χρονικό διάστημα, οι κάτοικοι του χωριού Κλεινοβός ενεργούσαν ανασκαφές σε μια θέση καλούμενη Μπούζανο, περίπου δύο ώρες έξω από το χωριό, για την ανεύρεση ενός θησαυρού, που η παράδοση και ο θρύλος έλεγαν ότι είχε κρύψει εκεί ο λήσταρχος Περιστέρης.Οι ανασκαφές συνεχίζονταν για αρκετό χρόνο δίχως κανένα αποτέλεσμα. Ξάφνου, όμως, διαδόθηκε με καταπληκτική ταχύτητα ότι στο μέρος εκείνο, σε βάθος περίπου ενός μέτρου, κοντά στα χαλάσματα μιας παλιάς και ερειπωμένης εκκλησίας, ανακαλύφθηκε ο θησαυρός από τους δύο χωρικούς, που με τόσο ζήλο τον αναζητούσαν.Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι δύο τούτοι χωρικοί δε μαρτύρησαν τίποτε στους άλλους συγχωριανούς τους που είχαν στην ομάδα τους, αλλά ούτε αποκάλυψαν την ανεύρεση του θησαυρού στην τοπική αστυνομική αρχή, αλλά και ούτε έγιναν αντιληπτοί από κανέναν την ώρα της αρπαγής του θησαυρού.Ο θρύλος, η παράδοση και οι ιδιαίτερες πληροφορίες που διέθεταν οι δύο χωρικοί έλεγαν πως στη θέση Μπούζανο, κοντά στην ερειπωμένη εκκλησία, ο λήσταρχος Περιστέρης είχε κρύψει ένα μέρος του μυθικού θησαυρού της πόστας των Ιωαννίνων, όλο χρυσάφι ατόφιο, που ζύγιζε πολλές οκάδες. Βάσει των ιδιαίτερων αυτών πληροφοριών, τις οποίες διέθεταν και οι οποίες στηρίζονταν σε κάποιο αινιγματικό σχεδιάγραμμα, που ο ίδιος ο λήσταρχος είχε σχεδιάσει με φούμο, κατόρθωσε η ομάδα των χωρικών, σύμφωνα με τις φήμες, να βρει τον θησαυρό.Τις τελευταίες εκείνες μέρες, λοιπόν, είχαν βρει διάφορα σημάδια, τα οποία συμφωνούσαν με τα σημάδια που υπήρχαν στο μυστικό σχεδιάγραμμα κι έτσι, συνέχισαν με περισσή ελπίδα τις ανασκαφές τους.Μια μέρα, εν τούτοις, η σκαπάνη ενός χτύπησε σε βάθος μόλις 30-40 εκατοστών μια μεγάλη πλάκα ορθογωνίου σχήματος, περίπου 1,50 μέτρου μήκους και 0,50 μέτρου πλάτους.Βέβαιοι πλέον ότι είχαν εντοπίσει τον πολυπόθητο θησαυρό, αποφάσισαν να ειδοποιήσουν την αστυνομία, ώστε να παρακολουθήσει τις ανασκαφές. Όλοι μαζί οι χωρικοί, χαρούμενοι και ενθουσιασμένοι, επέστρεψαν στο χωριό τους, κάνοντας όνειρα για το μέλλον, χωρίς κανείς τους να υποψιαστεί το παραμικρό για τους υπόλοιπους και χωρίς να ανακοινώσει τίποτε σε κάποιον άσχετο από τη μικρή ομάδα τους.Την επομένη, όμως, όταν μετέβησαν στο σημείο, διαπίστωσαν απογοητευμένοι πως ο χώρος είχε ήδη ανασκαφεί. Η πλάκα που την είχαν αφήσει ανέπαφη, ήταν πλέον διαλυμένη και μια μεγάλη οπή στο έδαφος έδινε την ξεκάθαρη εντύπωση πως ο θησαυρός τους είχε κλαπεί κατά τη διάρκεια της νύχτας.Κάποιοι άλλοι, κατά τη δοθείσα εξήγηση, που ήξεραν φαίνεται το μυστικό τους, προηγήθηκαν και αφαίρεσαν κάθε πολύτιμο που κρυβόταν εκεί μέσα για δεκαετίες.Το ότι εκεί μέσα υπήρχε καταχωνιασμένος θησαυρός ενισχυόταν από το γεγονός ότι η οπή είχε το σχήμα καζανιού και ότι είχε αφήσει ευδιάκριτα σημάδια σκουριάς. Κατόπιν τούτων, η αστυνομία ξεκίνησε ανακρίσεις. Οι υπόνοιες, ωστόσο, βάρυναν δύο εκ των μελών της μικρής ομάδας των χωρικών και εναντίον τους στράφηκαν οι ενέργειες της αστυνομίας.Κατά τον θρύλο, μια αποστολή χρυσού ετοιμαζόταν από τα Ιωάννινα για την Πόλη. Η μέρα της αναχώρησης του θησαυρού, καθώς και το δρομολόγιο το οποίο θα ακολουθούσαν, κρατούνταν αυστηρώς μυστικά. Μόνο ο επικεφαλής της συνοδείας, άνθρωπος έμπιστος και αφοσιωμένος στον Αλή Πασά, γνώριζε όλες τις λεπτομέρειες.Εν τούτοις, ο λήσταρχος Περιστέρης κατόρθωσε να πληροφορηθεί το δρομολόγιο, όπως και την ημέρα της αποστολής. Μαζί με άλλους καπεταναίους έστησε ενέδρα μεταξύ Μετσόβου και Καστανιάς, σ’ ένα πυκνότατο δάσος, γνωστό στα κατοπινά χρόνια με το όνομα
“Δάσος του Δεσπότη” κι εκεί σφυροκόπησε το τουρκικό απόσπασμα, το οποίο συνόδευε την αποστολή χρυσού.Έντεκα και μισό φορτώματα λίρες και χρυσαφικά ανυπολόγιστης αξίας περιήλθαν έτσι στα χέρια του Περιστέρη. Και το χρυσάφι αυτό φρόντισε να το κρύψει σε διάφορα μέρη, στις απόκρημνες πλαγιές του Κόζιακα και αλλού.Τα χρόνια που ακολούθησαν, πλήθος ανθρώπων έψαξαν να βρουν τον θησαυρό. Μέντιουμ, ραβδοσκόποι και αμφιβόλου προελεύσεως σχεδιαγράμματα χρησιμοποιήθηκαν για να εξυπηρετήσουν τους σύγχρονους χρυσοθήρες, αλλά εις μάτην.Ο μυθικός θησαυρός του Αλή Πασά παραμένει άφαντος κι ακόμη και στις μέρες μας υπάρχουν άνθρωποι που τον αναζητούν με πάθος εκεί στα ορεινά χωριά του Κόζιακα, αλλά και τριγύρω.Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”, στις 14/01/1939…