Προχωράει με σταθερό βηματισμό η διαδικασία για την ψήφιση και νομοθέτηση των αλλαγών στον Ποινικό Κώδικα.
Μήλον της έριδος το τελευταίο διάστημα έχουν γίνει οι αλλαγές στο άρθρο 191 για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων.
Νομικοί και Ενώσης Συντακτών έχουν ασκήσει δριμεία κριτική πάνω στις επικίνδυνες ασάφειες και αοριστολογίες του εν λόγω άρθρου.
Μάλιστα στην πιο πρόσφατη παρέμβασή της, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων δημοσιοποίησε τις παρατηρήσεις της αναφορικά με τις δρομολογούμενες αλλαγές που επιφέρει το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης στον Ποινικό Κώδικα:
«Το Σχέδιο Νόμου μετατρέπει και πάλι το αδίκημα σε έγκλημα αφηρημένης διακινδύνευσης και πλέον δεν θα είναι αναγκαίο να επέλθει όντως το αποτέλεσμα του φόβου ή της ανησυχίας αλλά θα αρκεί η δυνατότητα των ειδήσεων να προκαλέσουν ανησυχία ή φόβο.
Επιπλέον εισάγει στην αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος την ικανότητα της ψευδούς είδησης να κλονίσει την εμπιστοσύνη του κοινού στην ευρύτερη «δημόσια τάξη». Ο κλονισμός της εμπιστοσύνης του κοινού είναι ένα μέγεθος μη μετρήσιμο, ενώ όσον αφορά το ψεύδος καθ’ εαυτό, η διάκριση από την αλήθεια είναι σε πολλές περιπτώσεις δύσκολη, καθώς μια «ψευδής είδηση» μπορεί να περιέχει και στοιχεία αλήθειας.
Αυτό που πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία είναι η θέσπιση μιας και μοναδικής κρατικής αλήθειας και η δίωξη κάθε αντίθετης άποψης, μια πρακτική που εύκολα μπορεί να εκπέσει σε λογοκρισία.
Προσθέτει την «δημόσια υγεία» στους τομείς που προστατεύονται και απαλείφει αυτούς του τουρισμού και των διεθνών σχέσεων. Είναι προφανές ότι σκοπός της ρύθμισης είναι η δίωξη των «αιρετικών» απόψεων που διατυπώνονται στα ΜΜΕ σχετικά με την διαχείριση της πανδημίας, την υποχρεωτικότητα ή μη των εμβολιασμών κλπ. Στο σημείο αυτό παρατηρούμε ότι η επιστήμη (όπως η ιατρική) προχωράει μέσα από την πολυφωνία, τις επιστημονικές διχογνωμίες, την διαλεκτική σύνθεση της θέσης και της αντίθεσης».