Αβεβαιότητα, κρίση, επανεκκίνηση είναι τρεις λέξεις που χαρακτηρίζουν την τουρκική οικονομία σήμερα. Το Sputniknews.gr ακτινογραφεί την οικονομία της γειτονικής χώρας, αναζήτησε το κλίμα που επικρατεί, τις αιτίες, τις ευκαιρίες και τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στην Ελλάδα αλλά και τα διδάγματα που πρέπει να πάρει η χώρα μας.
Με μια κατάσταση δύο ταχυτήτων βρίσκεται αντιμέτωπη η τουρκική οικονομία. Η μία όψη του νομίσματος δείχνει τις δυσκολίες που επικρατούν στη λειτουργία του οικονομικού συστήματος και η άλλη τις μεγάλες ευκαιρίες που ανοίγονται για την οικονομική δραστηριότητα.
Η οικονομία αντιμετωπίζει τη διολίσθηση της τουρκικής λίρας λόγω διεθνών πιέσεων, την αύξηση του πληθωρισμού, την υποβάθμισή της από τους οίκους αξιολόγησης. Το χρηματιστήριο κινείται σε χαμηλά επίπεδα και οι υποχρεώσεις του τουρκικού κράτους αυξάνονται. Μέσα στον επόμενο χρόνο, θα πρέπει να αποπληρωθεί ένα πολύ μεγάλο ποσό σε δανειστές.
Έλληνες διευθύνοντες σύμβουλοι που εκπροσωπούν το τουρκικό επιχειρείν μίλησαν στο Sputnik, αποτυπώνουν το κλίμα, τις ευκαιρίες και τις επιπτώσεις. Όλοι συμφωνούν ότι μια χώρα τέτοιου μεγέθους είναι δύσκολο να αποτύχει καθώς έχει γερά οικονομικά θεμέλια. Παράλληλα, κάνουν εκτιμήσεις για τον αντίκτυπο στην Ελλάδα, τις προοπτικές της τουρκικής οικονομίας αλλά και τα παραδείγματα από τα οποία πρέπει να διδαχθεί η χώρα μας.
Η πτώση της λίρας και η ασφυξία ρευστότητας «πνίγουν» τις επιχειρήσεις
Η τεράστια διολίσθηση του εθνικού νομίσματος εγείρει αρκετά μεγάλη αβεβαιότητα ειδικά από τον Αύγουστο και μετά, σημειώνει ο Κώστας Βλάχος, CEO της Haribo Τουρκίας, Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής. Όπως αναφέρει, μπορεί η ανησυχία να είναι μικρότερη πλέον λόγω της μείωσης και του ρυθμού διολίσθησης του νομίσματος αλλά παραμένουν τα ερωτηματικά για το πώς θα εξελιχθεί η ισοτιμία του νομίσματος και το πώς θα επηρεάσει το κόστος της ανάπτυξης της ζωής και της παραγωγής. Την ίδια στιγμή, όπως προσθέτει, εταιρίες που δραστηριοποιούνται μόνο στην Τουρκία δέχονται μεγαλύτερη πίεση γιατί τα κόστη της παραγωγής τους αυξάνονται δυσανάλογα με τις αυξήσεις τιμών.
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται στις εμπορικές συμφωνίες λόγω δυσπιστίας. «Ακόμα και στον τομέα της ναυτιλίας πολλές εταιρίες του εξωτερικού από την κορεατική χερσόνησο την Kίνα και την Ιαπωνία θέλουν να γνωρίζουν την κατάσταση της οικονομίας. Μας εξετάζουν προσεκτικά. Θέλουν να είναι σίγουροι για το ότι μπορούμε να εκπληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας απέναντι τους», επισημαίνει ο Αλέξανδρος Παπαντωνίου CEO και συνιδιoκτήτης της Unimaritime Denizcilik, πάροχος προμηθειών και υπηρεσιών στις τουρκικές ναυτιλιακές εταιρίες.
Η εικόνα συμπληρώνεται από αρκετές εταιρίες που λόγω της αβεβαιότητας έχουν φύγει, ενώ οι τουρκικές τράπεζες στερούνται ρευστότητας, στη δίνη του «πολέμου» από τους οίκους αξιολόγησης.
«Κάποιες εταιρείες έχουν δανειοδοτηθεί από τουρκικές τράπεζες που δεν διαθέτουν ρευστότητα και κατά συνέπεια, γίνονται απαιτητικές σε αντίθεση με την ευελιξία που έδειχναν παλιότερα. Κάποιες άλλες εταιρείες θα το αντιμετωπίσουν, γιατί θα ψάξουν δανειοδότηση από ξένες τράπεζες», επισημαίνει ο Βασίλης Παπακαλοδούκας CEO της ναυτιλιακής CINER DenizcilikSanayi ve Ticaret.
Και όπως συμπληρώνει, επειδή οι οίκοι αξιολόγησης για πολιτικούς και άλλους λόγους έχουν υποβαθμίσει την τουρκική οικονομία ούτε οι ξένες τράπεζες επιθυμούν να δώσουν δάνεια. «Ξένοι επενδυτές έφυγαν λόγω των αρνητικών προβλέψεων των Οίκων», προσθέτει.
Η κατάσταση στην οικονομία επηρεάζει και τους πολίτες. «Καθώς η απώλεια εισοδήματος θα πάρει χρόνο να καλυφθεί, η ζωή των πολιτών έχει δυσκολέψει. Υπάρχει μούδιασμα. Και αυτό συμβαίνει λόγω πληθωρισμού», επισημαίνει ο Κώστας Βλάχος.
«Πολύ σκληρή για να πεθάνει»
Οι Έλληνες CEOs συμφωνούν ότι παρά την αβεβαιότητα, τα σημάδια σταθεροποίησης κάνουν την εμφάνισή τους και ειδικά με το γεγονός ότι η τουρκική κυβέρνηση παίρνει μέτρα προς αυτήν την κατεύθυνση. Παράλληλα, πιστεύουν ότι η τουρκική οικονομία δεν θα «πέσει» και θα ανασυνταχθεί πολύ σύντομα. Αιτία είναι μια σειρά δομικών στοιχείων από τα οποία η Ελλάδα θα έπρεπε να παραδειγματιστεί, με πολλούς να εκφράζουν την άποψη ότι η γειτονική χώρα είναι «πολύ σκληρή για να πεθάνει».
Όπως υπενθυμίζουν, η παγκόσμια οικονομική κρίση είχει βυθίσει την τουρκική οικονομία και το 2008, ωστόσο, σε αντίθεση με την Ευρώπη, το πλήγμα είχε διάρκεια μόλις λίγους μήνες.
«Εδώ η κρίση διήρκησε μόλις έξι μήνες, ενώ στην Ευρώπη κράτησε πολλά περισσότερα χρόνια. Να υπενθυμίσω ότι την επόμενη χρονιά η τουρκική οικονομία αναπτύχθηκε με 15%», τονίζει χαρακτηριστικά ο CEO της Haribo Τουρκίας, Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής, επισημαίνοντας ότι η αβεβαιότητα δεν θα συνεχίσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. «Η τουρκική οικονομία έχει γερά θεμέλια, δεν έχω αμφιβολία ότι θα επανεκκινήσει δυνατά», λέει.
«Προσωπικά πιστεύω ότι η Τουρκία είναι και θα παραμείνει μια ισχυρή χώρα και όλοι γενικότερα το θέλουν αυτό. Ακόμα και οι Αμερικανοί, ασχέτως των τελευταίων προβλημάτων με τον πάστορα Μπράνσον», αναφέρει από την πλευρά του ο CEO και συνιδιoκτήτης της Unimaritime Denizcilik. Όπως αναφέρει, η εμπορική τους συναλλαγή είναι τόσο μεγάλη που σίγουρα θα επιφέρει μια ηρεμία σύντομα με το καλύτερο αποτέλεσμα και για τους δύο. Την ίδια ώρα, υπογραμμίζει, υπάρχουν χώρες κυρίως ευρωπαϊκές, όπως η Γαλλία η Ιταλία και η Ισπανία, που έχουν επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στην Τουρκία. «Μια ενδεχομένη χρεοκοπία μπορεί να εξελιχθεί σε ντόμινο για τις χώρες αυτές, άρα θεωρώ ότι θα βρεθεί λύση γιατί δεν συμφέρει κανέναν μια τέτοια προοπτική», προσθέτει.
«Όσο και αν δεν φαίνεται στους απ’ έξω, το επιχειρηματικό περιβάλλον είναι ευνοϊκό και δεν βλέπω κανένα λόγο να πισωγυρίσει μακροπρόθεσμα» εκτιμά ο κ. Βλάχος. Ο ίδιος πιστεύει ότι αργά ή γρήγορα οι επενδύσεις θα επιστρέψουν, καθώς, όπως εξηγεί, δεν μπορούν να φύγουν για πάντα από την Τουρκία. Μια χώρα με βασικά χαρακτηριστικά μια αγορά 80 εκατομμυρίων κατοίκων, με σταθερούς και θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης — που κυμάνθηκαν κατά μέσο όρο τα τελευταία χρόνια σε 3,5 με 4%. «Θα προσαρμοστεί η αγορά στις εξελίξεις γρήγορα και θα επανέλθει. Η προσαρμοστικότητα είναι η βασική ορολογία του τουρκικού οικονομικού περιβάλλοντος» συμπληρώνει. Όπως αναφέρει, το εμπορικό ισοζύγιο επίσης λόγω της μείωσης των εισαγωγών και της αύξησης των εξαγωγών θα μειωθεί ενώ η επιτάχυνση και υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών θα σηματοδοτήσει την επάνοδο των ξένων επενδυτών στη χώρα.
Μάλιστα, καλεί τους Έλληνες επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Τουρκία, καθώς, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η χώρα των ευκαιριών και παραμένει φιλική στην επιχειρηματικότητα και στις νέες ιδέες.
«Εμφανίζονται επενδυτικές ευκαιρίες καθώς πολλοί θα μπορούσαν να αγοράσουν φθηνότερα σήμερα. Αν κάποια εταιρεία τροφίμων για παράδειγμα ερευνούσε την τουρκική αγορά θα μπορούσε να επενδύσει στην τοπική παραγωγή».
«Η λίρα έχει μια σχετική σταθεροποίηση σήμερα. Η τουρκική οικονομία θα προχωρήσει μόλις οικοδομήσει σταθερές συμμαχίες σε όλα τα επίπεδα. Είναι πέντε φορές μεγαλύτερη από την ελληνική σε μέγεθος ΑΕΠ, εξάγει σημαντικά. Δεν είναι λίγοι οι κλάδοι με γερά θεμέλια και τεράστιες δυνατότητες, όπως η ναυτιλία, ο τουρισμός οι εξαγωγές», τονίζει ο κ. Παπακαλοδούκας.
Ποιος είναι ο αντίκτυπος στην Ελλάδα
Όπως προειδοποιούν οι άνθρωποι της αγοράς, η κατάσταση στην Τουρκία ενδέχεται να επιφέρει μια σειρά προβλημάτων για τις ελληνικές εξαγωγές αλλά και για την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές.
«Δεν ωφελούνται τα ελληνικά προϊόντα. Οι ελληνικές εταιρίες που εξάγουν στην Τουρκία θα έχουν αντίκτυπο, αν δεν παράγουν μέσα στην τουρκική επικράτεια», επισημαίνει ο Κώστας Βλάχος.
«Η ελληνική οικονομία η οποία είναι σε φάση αναδημιουργίας φυσικά και επηρεάζεται», υποστηρίζει ο Αλέξανδρος Παπαντωνίου. «Όταν ο ισχυρότερος γείτονας σου είναι σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση με τις παρενέργειες και επιπτώσεις που μπορεί να υπάρξουν στις αγορές και στην ευρύτερη περιοχή, πιθανόν να δυσκολέψει την προσπάθεια της Ελλάδας να βγει στις αγορές με ανταγωνιστικό επιτόκιο», συμπληρώνει.
Τα ελληνικά διδάγματα από την τουρκική κρίση
Όπως ξεκαθαρίζουν τα στελέχη των επιχειρήσεων, η κρίση στην Τουρκία δεν έχει καμία σχέση με την κρίση στην Ελλάδα. «Στην Ελλάδα έχουμε κρίση δημόσιου χρέους. Η Τουρκία δεν έχει μεγάλο δημόσιο χρέος αλλά ελεγχόμενο» εκτιμά ο CEO της Haribo Τουρκίας, Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής. «Το δημοσιονομικό χρέος της Τουρκίας είναι κατά πολύ μικρότερο από άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες» συμπληρώνει ο κ. Παπακαλοδούκας.
«Στην Ελλάδα βλέπεις κρίση αξιών, ανθρώπων και συστήματος. Το αντίθετο συμβαίνει στη Τουρκία που είναι μια πολύ πιο ανοιχτή οικονομία και κοινωνία από ότι η Ελλάδα. Δεν είναι συντεχνιακή. Για τους Τούρκους δεν φταίει κανένας, δεν υπάρχει μιζέρια» επισημαίνει ο κ. Βλάχος.
Τα στελέχη παρουσιάζουν την εικόνα μιας εντελώς αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης, που «επιτέλους θα έπρεπε να υπάρξει και στην Ελλάδα. Κρατικός μηχανισμός που δουλεύει με μεγάλη οργάνωση γιατί η γραφειοκρατία είναι τροχοπέδη», τονίζουν Βλάχος και Παπακαλοδούκας.
Την ίδια στιγμή, στελέχη επιχειρήσεων συμφωνούν ότι η τουρκική πολιτική ηγεσία έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στη διαχρονική ανάπτυξη της οικονομίας αλλά και ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Όπως τονίζουν, βασικό στοιχείο που βοήθησε την τουρκική επιχειρηματικότητα τα τελευταία χρόνια ήταν η αυτοπεποίθηση η οποία όπως λένε εμπνέεται από την πολιτική ηγεσία της χώρας. Τα προηγούμενα χρόνια η τουρκική ηγεσία εγκαθίδρυσε 19 ζώνες ελεύθερου εμπορίου και 255 βιομηχανικές ζώνες οι οποίες αναπτύσσονται σε 80 Νομούς. Παράλληλα, δημιούργησε 56 τεχνολογικά πάρκα, για εταιρίες δραστηριοποιούμενες στον τομέα Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας.
«Οι Tούρκοι επιχειρηματίες παρέλαβαν την οικονομία πριν από 20 χρόνια και την εκτόξευσαν, υπό την καθοδήγηση της τουρκικής κυβέρνησης. Ο Ερντογάν επανεκλέγεται γιατί αύξησε το βιοτικό επίπεδο του μέσου Τούρκου πολίτη το οποίο έχει πολλαπλασιαστεί. Εμπνέει αυτοπεποίθηση, είτε συμφωνείς είτε διαφωνείς μαζί του», αναφέρει ο κ. Βλάχος.
«Υπάρχει η πολιτική βούληση της κυβέρνησης που στηρίζει την παραγωγικότητα. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει πολιτική αστάθεια, όπως πιστεύουν κάποιοι εκτός Τουρκίας, αφού οι εκλογές έγιναν πριν από λίγο καιρό. Η Ελλάδα θα μπορούσε να ακολουθήσει το παράδειγμα του παραγωγικού τομέα της Τουρκίας και να τον αναπτύξει. Η Τουρκία θα ορθοποδήσει γιατί παράγει», εξηγεί ο κ. Παπακαλοδούκας.
Τα επίσημα στοιχεία και οι διευθύνοντες σύμβουλοι συμφωνούν ότι ο εργατικό δυναμικό (30,5 εκατ.), με μέσο όρο ηλικίας μόλις τα 31,4 έτη, συμβάλει καθοριστικά στην διαμόρφωση μιας ανταγωνιστικής οικονομίας με «αξιόλογη παραγωγική βάση». Παράλληλα, αναφέρουν, ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να δημιουργήσει αντίστοιχης ποιότητας εργατικό δυναμικό.
«Πολύ καλό το τουρκικό ανθρώπινο δυναμικό με πειθαρχημένα στελέχη. Πολύ πιο εργατικός λαός από τους Έλληνες, οι Τούρκοι», επισημαίνει ο Βασίλης Παπακαλοδούκας.
«Τα τουρκικά στελέχη είναι πολύ υψηλού επιπέδου και έχουν γνώσεις και ηγετικές ικανότητες να λειτουργούν σε μια πιεστική αγορά που διαφοροποιείται συνέχεια. Για αυτό υπερτερούν σε πολλά σημεία από τα ελληνικά και γενικότερα τα ευρωπαϊκά στελέχη» λέει ο Κώστας Βλάχος.
«Θωρακισμένες οι εταιρείες, δεν σκεφτόμαστε αποεπένδυση»
Το φωτεινό παράδειγμα μέσα στο λαβύρινθο της τουρκικής κρίσης αποτελούν εταιρείες που κάνουν εξαγωγές. Αυτό συμβαίνει επειδή παράγουν σε τουρκική λίρα αλλά οι πωλήσεις τους γίνονται σε ευρώ και σε δολάρια. Κάποιοες από αυτές μάλιστα, που βρίσκονται υπό ελληνικό έλεγχο, επωφελούμενες από τη διολίσθηση του νομίσματος έχουν μεγάλα κέρδη από τις εξαγωγές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εταιρία Gelal, που παρά την κρίση παραμένει σταθερά την τελευταία δεκαετία ο μεγαλύτερος εξαγωγέας της Τουρκίας στον κλάδο της καλτσοποιίας.
«Η επιχείρηση που διευθύνω, συνεχίζει να υλοποιεί απρόσκοπτα τα επενδυτικά πλάνα όπως τα έχει σχεδιάσει, σημειώνει ανοδική αύξηση μεγεθών και παραμένει να διατηρεί ηγετικά χαρακτηριστικά στο Κλάδο διεθνώς», αναφέρει ο Βασίλης Πετρόπουλος CEO της Gelal. Το μέγεθος της εταιρείας έχει τριπλασιαστεί από τότε που ανέλαβε και σε μία 10ετία, «καταφέραμε να γίνουμε και να παραμένουμε η μεγαλύτερη παραγωγική μονάδα σε Τουρκία, Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική, ενώ είμαστε στους 5 μεγαλύτερους παραγωγούς κάλτσας παγκοσμίως» σημειώνει.
Η εταιρεία που διοικεί ο κ. Βλάχος εξάγει σε 27 κράτη σήμερα και έχει 30% ανάπτυξη το χρόνο. «Είμαστε σε καλύτερη κατάσταση από ότι πριν αλλά αυτό οφείλεται στο ότι το μεγαλύτερο μέρος του τζίρου μας προκύπτει από τις μεγάλες εξαγωγές. Σημαντική είναι και η συνετή διαχείριση. Προσέχουμε τα κόστη μας και δεν ανοιγόμαστε πολύ», αναφέρει.
Την ίδια ώρα δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στην τουρκική οικονομία λέγοντας ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση αποεπένδυσης. «Η τουρκική αγορά μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα έχει πολύ μεγάλες ευκαιρίες και η χώρα εξακολουθεί να είναι ανταγωνιστική. Αν η Haribo που είναι κολοσσός δεν έχει λόγο να αποεπενδύσει τότε δεν νομίζω να έχει κάποιος άλλος», επισημαίνει χαρακτηριστικά.
Ο Αλέξανδρος Παπαντωνίου τονίζει ότι μετά από οκτώ χρόνια παρουσίας στην τουρκική αγορά «θέλει να μείνει και να στηρίξει την προσπάθεια αναστήλωσης της οικονομίας που κάνει ο πρόεδρος Ερντογάν», διατηρώντας το προσωπικό της εταιρείας του, εισάγοντας συνάλλαγμα, μετατρέποντας το σε λίρες «και κάνοντας κάποιες επενδύσεις στη ναυτιλία».
Ανοδικά κινείται και η τουρκική ναυτιλία που εντάσσεται επίσης σε ειδικό πλαίσιο αφού δεν συναλλάσσεται με λίρα. «Τα έσοδά μας καθώς και οι μισθοί αρχιμηχανικών και manager είναι σε δολάρια. Αν η τουρκική λίρα έπεσε κατά 20% συνολικά κατά μέσο όρο φέτος, τότε υπάρχει κέρδος» τονίζει ο Βασίλης Παπακαλοδούκας.
Προσθέτει δε ότι η φετινή χρονιά για κάποιους τύπους βαποριών είναι η καλύτερη ίσως σε επίπεδο δεκαετίας. Από το 2009 διαχειρίζεται μια επένδυση 1,2 δισ. δολαρίων και εργάζεται πυρετωδώς για να κατέχει η εταιρεία του την πρωτιά στον τομέα της ναυτιλίας. Όπως αναφέρει παράλληλα, η ναυτιλιακή που διευθύνει, μετέχει σε όμιλο με εταιρεία που παράγει ανθρακικό νάτριο και με εξαγωγές που εκτοξεύτηκαν φέτος, είναι η Νο1 παγκοσμίως.
Πώς οδηγήθηκε η Τουρκία στην κρίση
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, η τουρκική οικονομία είναι η 17η ισχυρότερη παγκοσμίως με το ΑΕΠ να ανέρχεται, το 2016, σε 857 δισ. δολάρια ενώ ειδικότερα σύμφωνα με τα στοιχεία της Τουρκικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε το 2017 κατά 7,4%. Η εξέλιξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα φαινόμενα «υπερθέρμανσης» της οικονομίας, τα οποία εκφράστηκαν στις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις αλλά και στον κατασκευαστικό κλάδο.
Οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες είναι από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως. Ενδεικτικό είναι ότι στον κορυφαίο κατάλογο ENR (Engineering News Record) των 250 μεγαλύτερων κατασκευαστικών εταιρειών, με διεθνή δραστηριότητα, περιλαμβάνονται 44 τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες. Από τις αρχές τις δεκαετίας του ’70 έκαναν μεγάλο άνοιγμα στη Μέση Ανατολή.
Στελέχη των τουρκικών επιχειρήσεων συμφωνούν ότι η μεγάλη ζήτηση προκάλεσε κορεσμό καθώς μετά την ανάληψη της κυβέρνησης από τον Ερντογάν οι ρυθμοί της οικονομίας απογειώθηκαν κυρίως σε ότι έχει να κάνει με την οικοδομή.
Ενώ η οικοδομή όμως δεν κινείται με τους ίδιους ρυθμούς, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία οι τιμές των ακινήτων έχουν πλέον μειωθεί αισθητά. Περί τα 2.000.000 επαγγελματικά και οικιστικά ακίνητα παραμένουν απούλητα.
«Οι τιμές των ακίνητων έχουν μειωθεί πάνω από 50% συγκριτικά με αυτές που είχαν πριν από 1-3 χρόνια λόγω έλλειψης ζήτησης αν και η προσφορά είναι δυσανάλογη» επισημαίνει ο Αλ. Παπαντωνίου.
Άλλες οικονομικές πηγές επισημαίνουν ότι το βασικό δομικό λάθος που οδήγησε στην παρούσα κρίση αποτελεί το γεγονός ότι μετά το 2013 οι τεκτονικές αλλαγές στην οικονομία δεν προχώρησαν.
«Η ανάπτυξη στηρίχθηκε αποκλειστικά στην ιδιωτική κατανάλωση, η οποία είχε σαφώς αυξηθεί λόγω των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού που πρόσφεραν χωρίς μέτρο οι τράπεζες».
Οι ίδιες πηγές παρουσιάζουν ως λάθη την ενεργειακή εξάρτηση της οικονομίας από πρώτες ύλες, με βασικότερες το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο (εισαγόμενα κατά το 60%).