Ήταν πριν από 179 χρόνια που αποφασίστηκε με διάταγμα να εορταστεί επίσημα η 25η Μαρτίου, για να τιμηθεί ο αγώνας των Ελλήνων.
Η εορτή έγινε στην τότε Μητρόπολη της Αθήνας, στον ιστορικό ιερό ναό της Αγίας Ειρήνης Αιόλου, στον ίδιο ναό που που κηδεύτηκε το 1843 ο ήρωας Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Το 1838 γιορτάστηκε για πρώτη φορά η 25 Μαρτίου, ως μέρα μνήμης των Ελλήνων Αγωνιστών του 1821, και από τότε ο εορτασμός καθιερώθηκε σε όλο το πανελλήνιο. Η καθιέρωση της εορτής της 25ης Μαρτίου οφείλεται σε δύο ανθρώπους. Ο ένας ήταν ο αγωνιστής του 1821 και τότε Δήμαρχος της Αθήνας Δημήτρης Καλλιφρονάς.
Ο δεύτερος ήταν ο Γεώργιος Γλαράκης, γραμματέας της Επικρατείας επί των Εκκλησιαστικών, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικών, ο οποίος είχε προτείνει στον βασιλιά Όθωνα την έκδοση διατάγματος το οποίο θα καθόριζε την 25η Μαρτίου ως ημέρα εθνικής εορτής. Ο εορτασμός άρχισε την παραμονή το βράδυ με 21 κανονιοβολισμούς.
Και την άλλη μέρα, Παρασκευή πρωί, ανήμερα του Ευαγγελισμού, η Αθήνα ξύπνησε 21 νέους κανονιοβολισμούς, αριθμός συμβολικός. Το πρωί της 25ης Μαρτίου 1838 εψάλη δοξολογία στον, τότε, Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Ειρήνης που βρίσκεται μεταξύ των οδών Αιόλου και Αθηνάς. Στη δοξολογία παραβρέθηκε και ο Όθων ντυμένος με την παραδοσιακή φουστανέλα.
Το απόγευμα οργανώθηκε από το Δήμο χορός στην πλατεία των παλαιών Ανακτόρων στον οποίο συμμετείχαν όλοι οι νέοι της πόλης ανεξάρτητα από την κοινωνική τους τάξη και τους παρακολούθησαν πολλοί από τους Αγωνιστές του 1821. Τη νύχτα ο Δήμαρχος φωταγώγησε με λαδοφάναρα τους κεντρικούς δρόμους και την Ακρόπολη.
Λέγεται πως οι Αθηναίοι έμειναν με το στόμα ανοιχτό όταν αντίκρισαν στο Λυκαβηττό φαναράκια που τα κρατούσαν νεολαίοι της εποχής και σχημάτιζαν ένα τεράστιο φωτεινό σταυρό με τις λέξεις «Εν τούτω Νίκα». Η πρώτη Μητρόπολη της Αθήνας, ο ναός της Αγίας Ειρήνης λέγεται πως χτίστηκε από τα ερείπια εβδομήντα βυζαντινών εκκλησιών που γκρεμίστηκαν επί Βαυαροκρατίας.
Με τη μεταφορά της έδρας του ελληνικού κράτους από το Ναύπλιο στην Αθήνα, η Αγία Ειρήνη έγινε ο επίσημος καθεδρικός της πρωτεύουσας. Την ανακαίνιση και την επισκευή του ναού ανέλαβε το 1845 ο διάσημος αρχιτέκτονας Λύσανδρος Καυτατζόγλου. Το έργο αποπερατώθηκε το 1850.